Σε κάθε περίπτωση, όλες ανεξαιρέτως οι αναπτυξιακές προτάσεις -ακόμα και οι αρνητικές, στις οποίες σαφώς δεν συμπεριλαμβάνεται η πρόταση του κ. Παπαευσταθίου- συμβάλλουν καθοριστικά όχι μόνο στη δημιουργία μιας ουσιαστικής εικόνας για τις ανάγκες του νομού, αλλά και στη διαμόρφωση των νέων πολιτικών που είναι αναγκαίες, για να περάσει η Μεσσηνία από τις Συμπληγάδες της οικονομικής στασιμότητας και της δημογραφικής κρίσης.
Πολύ φοβάμαι, όμως, ότι η οικονομική στασιμότητα και η δημογραφική κρίση, σε συνδυασμό με τις τεχνολογικές εξελίξεις, έχουν ήδη αλλάξει τόσο πολύ την ελληνική περιφέρεια, που καθιστούν ουσιαστικά ανέφικτη την ανάπτυξη με «ατμομηχανή» το τοπικό ίδρυμα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Βεβαίως, στο μυαλό πολλών παραμένει ακόμα ζωντανό το όνειρο της ανάπτυξης με γκαρσονιέρες και καφετέριες για φοιτητές, αλλά ήδη η αγορά έχει απαντήσει ότι, σε τουριστικές περιοχές, είναι πιο κερδοφόρα η βραχυχρόνια μίσθωση. Έτσι κι αλλιώς, η Πάτρα και τα Γιάννενα, που εδράζουν την οικονομία τους σε γκαρσονιέρες και καφετέριες για φοιτητές, δεν έχουν καλύτερους οικονομικούς δείκτες από την Καλαμάτα.
Ανεξάρτητα, όμως, από τις φαντασιώσεις για τις γκαρσονιέρες, και πλην των ιατρικών σχολών που στηρίζουν πανεπιστημιακά νοσοκομεία, κανένα περιφερειακό ίδρυμα δεν έχει ταυτιστεί με την οικονομική ανάπτυξη μιας ελληνικής επαρχιακής πόλης. Αντιθέτως, οι περισσότεροι καθηγητές -ειδικά των τεχνικών σχολών- εργάζονται σε εταιρείες με έδρα την Αθήνα, αφού οι μικρές τοπικές αγορές δεν ικανοποιούν τις οικονομικές και κοινωνικές ανάγκες τους. Η αφωνία των διδασκόντων του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου για τα τοπικά προβλήματα απλώς επιβεβαιώνει του λόγου το ασφαλές για την ασύνδετη σχέση μεταξύ περιφερειακών ιδρυμάτων και τοπικής κοινωνίας. Μια έρευνα στον τοπικό Τύπο και στο Διαδίκτυο θα αποδείξει ότι παρεμβάσεις έχουν κάνει κυρίως Μεσσήνιοι καθηγητές πανεπιστημίων της Αθήνας, ενώ οι καθηγητές του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου δεν εκφράζουν άποψη ούτε για τον… δάκο.