Είναι ο κίνδυνος ολικής κατάρρευσης ενός πρωτογενούς τομέα, που ήδη στέκει σε πήλινα πόδια μετά την ευλογιά των αιγοπροβάτων. Η περιγραφή των νεκρών ζώων, της γρήγορης εξάπλωσης, της αδυναμίας παρέμβασης πριν χαθεί ολόκληρο κοπάδι, συνθέτει μια ζοφερή εικόνα, που δεν αφήνει περιθώρια παρερμηνειών. Αν σε αυτή την πραγματικότητα προστεθεί η μεγάλη ηλικία των περισσότερων κτηνοτρόφων και η φυγή των αλλοδαπών εργατών, των ανθρώπων δηλαδή που σήκωσαν επί χρόνια τη «βρομοδουλειά» στα μαντριά, η προοπτική γίνεται δυστοπική. Δεν μιλάμε για συγκυριακές δυσκολίες, αλλά για τη συρρίκνωση του ανθρώπινου δυναμικού, που κρατά τη ζωική παραγωγή όρθια. Κι αυτό δεν αναπληρώνεται ούτε με ευχές ούτε με πρόχειρα μέτρα.
Τα σημερινά προβλήματα δεν έσκασαν από το πουθενά. Είναι το αποτέλεσμα δεκαετιών, όπου όλες οι κυβερνήσεις άφηναν την κτηνοτροφία στον αυτόματο πιλότο για ψηφοθηρικούς λόγους και ασχολούνταν μόνο με το μοίρασμα επιδοτήσεων. Καμία στρατηγική, κανένα σχέδιο ανανέωσης του κλάδου, καμία προληπτική θωράκιση απέναντι σε ζωονόσους, που επανέρχονται κάθε λίγα χρόνια. Οι ιώσεις δεν περιμένουν τα δελτία Τύπου.
Κι όμως, κάποτε η Μεσσηνία ήταν αυτάρκης και εξήγαγε κιόλας κρέας σε άλλες περιοχές της χώρας. Σήμερα κινδυνεύει να μετατραπεί σε εισαγωγέα κρέατος, γαλακτοκομικών και τυριών -μια ιστορική ανατροπή, που θα έχει συνέπειες και στις τιμές και στην τοπική οικονομία. Η κυβέρνηση, η Περιφέρεια Πελοποννήσου και οι δήμοι οφείλουν να εκπονήσουν ένα πραγματικό σχέδιο ανάταξης. Θα είναι δύσκολο να πειστούν οι νέοι να επιστρέψουν σε μια παραγωγική δραστηριότητα που, παρότι αποδίδει εισόδημα, παραμένει ταυτισμένη με μια αρχαϊκή εικόνα ζωής. Αυτό όμως δεν αναιρεί την ευθύνη των αιρετών να αντιληφθούν τον κίνδυνο και να λάβουν τις αποφάσεις που απαιτούνται -έστω και στο… και πέντε.
