Ο κανονισμός της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τους αρωματικούς υδρογονάνθρακες ορυκτελαίων (ΜΟΑΗ) αγγίζει τον πυρήνα της ευρωπαϊκής ελαιοκομίας και τη θέση της Ελλάδας σε μια αγορά, που μεταβάλλεται με ρυθμούς που η πολιτεία δείχνει να μην παρακολουθεί. Η Επιστημονική Εταιρεία Εγκυκλοπαιδιστών Ελαιοκομίας (4Ε) προειδοποιεί ότι η προτεινόμενη μέθοδος μέτρησης μπορεί να οδηγήσει σε λανθασμένα αποτελέσματα, κατατάσσοντας ακόμη και καθαρά ελαιόλαδα στις κατηγορίες των «τοξικών».
Η επιστήμη οφείλει να διακρίνει το βλαβερό από το φυσικό και η πολιτική να διασφαλίζει ότι η επιστήμη εφαρμόζεται με ακρίβεια - όχι με αυθαίρετα όρια που αφήνουν περιθώριο για αθέμιτο ανταγωνισμό. Το ζήτημα είναι θεσμικό και αφορά την ικανότητα του ελληνικού κράτους να υπερασπίζεται την παραγωγή του με επιστημονικά τεκμηριωμένες θέσεις. Ενώ οι μεγάλες ελαιοπαραγωγές χώρες διαμορφώνουν συντονισμένα τις παρεμβάσεις τους, η Ελλάδα εξακολουθεί να μην διαθέτει σταθερό μηχανισμό τεκμηρίωσης ούτε οργανωμένη παρουσία στις διαδικασίες, όπου καθορίζεται το μέλλον του προϊόντος της.
Αν ο κανονισμός περάσει με τη σημερινή μορφή του, οι επιπτώσεις θα αγγίξουν άμεσα τους παραγωγούς και τους εξαγωγείς. Το ελαιόλαδο, σύμβολο του ευρωπαϊκού Νότου και σημείο αναφοράς για την ελληνική διατροφή, κινδυνεύει να απαξιωθεί στη διεθνή αγορά από μετρήσεις που δεν αντικατοπτρίζουν την πραγματικότητα. Η ζημιά θα έχει βάθος, γιατί αφορά την αξιοπιστία ενός προϊόντος που συνδέεται με την ταυτότητα και το κύρος της χώρας. Για τη Μεσσηνία και συνολικά για την Περιφέρεια Πελοποννήσου, η αυτοδιοίκηση οφείλει να σταθεί αρωγός των ελαιοπαραγωγών, να στηρίξει τις επιστημονικές πρωτοβουλίες και να μην περιοριστεί σε ρόλο θεατή των εξελίξεων. Η ευθύνη για την προστασία του ελαιολάδου είναι κοινή και απαιτεί συντονισμό σε κάθε βαθμίδα διοίκησης.Η προστασία του ελληνικού ελαιολάδου απαιτεί γνώση, σταθερή παρουσία και οργάνωση.
