Στην πρόσφατη συζήτηση στη Βουλή του νομοσχεδίου για την ΕΡΤ και τα ΜΜΕ, επανήλθε στο προσκήνιο ένα θέμα που εδώ και χρόνια αποτελεί κοινό και πάγιο αίτημα όλων των Ενώσεων ιδιοκτητών ΜΜΕ: η κατάργηση της εισφοράς 2% υπέρ ΕΔΟΕΑΠ, η οποία επιβάλλεται επί του τζίρου και όχι επί των κερδών των επιχειρήσεων ΜΜΕ!
Φωνάζουμε χρόνια τώρα ότι πρόκειται για μία επιβάρυνση άδικη, δυσανάλογη και οικονομικά παράλογη, ειδικά σε έναν κλάδο που λειτουργεί επί δεκαετίες υπό καθεστώς έντονης οικονομικής πίεσης, περιορισμένης διαφημιστικής δαπάνης και συνεχιζόμενης συρρίκνωσης εσόδων. Το αίτημα για κατάργηση του 2%, δεν είναι ούτε νέο, ούτε φυσικά προσωπικό. Είναι διαχρονικό και κοινό αίτημα όλων των εργοδοτικών οργανώσεων του Τύπου, ανεξαρτήτως μεγέθους ή προσανατολισμού.
Στη συγκεκριμένη συνεδρίαση, ο Πρόεδρος του ΣΗΠΕ ανέδειξε με τεκμηριωμένο τρόπο το θέμα, όπως όφειλε να πράξει εκπροσωπώντας τον Σύνδεσμό μας.
Ωστόσο, αντί ουσιαστικής συζήτησης ή απάντησης, δέχθηκε μία άκαιρη και αδικαιολόγητη, προσωπικού χαρακτήρα, επίθεση από συνδικαλιστικό εκπρόσωπο, ο οποίος επέλεξε να μετατρέψει ένα θεσμικό επιχείρημα σε προσωπική αντιπαράθεση.
Ο ΣΗΠΕ δεν πρόκειται να παρασυρθεί σε τέτοιου είδους αντιδικίες. Ο δημόσιος διάλογος οφείλει να παραμένει θεσμικός, νηφάλιος και επί της ουσίας.
Θέλω όμως να επισημάνω ορισμένα κρίσιμα σημεία:
Το ζήτημα της εισφοράς του 2% δεν είναι προσωπική υπόθεση κανενός εκπροσώπου του ΣΗΠΕ. Είναι θέμα επιβίωσης δεκάδων επιχειρήσεων περιφερειακού και τοπικού Τύπου, που λειτουργούν συχνά στα όρια της βιωσιμότητας.
Η επίθεση σε εκπρόσωπο εργοδοτικής οργάνωσης, όχι για αυτά που είπε, αλλά για άλλο, άσχετο ζήτημα, επειδή «τόλμησε» ως πολίτης να ασκήσει τα νόμιμα δικαιώματά του όταν έκρινε ότι θίγεται η τιμή και η υπόληψή του, δεν συμβάλλει σε έναν σοβαρό διάλογο. Ο ΣΗΠΕ σέβεται απολύτως τα δικαιώματα των δημοσιογράφων και όλων των εργαζομένων, αλλά απαιτεί τον ίδιο σεβασμό και για τα δικαιώματα των ιδιοκτητών και των στελεχών των ΜΜΕ.
Είναι επίσης λυπηρό κατά τη γνώμη μου, το γεγονός ότι κανένας από τους λοιπούς παριστάμενους στη συνεδρίαση εκπροσώπους των εργοδοτικών ενώσεων, πανελλαδικού και περιφερειακού τύπου, δεν στήριξε το κοινό μας αίτημα παρότι στο συζητούμενο νομοσχέδιο υπάρχει μια τουλάχιστον αμφίσημη διάταξη που δεν διευκρινίζει αν τελικά και για ποιες χρονιές θα καλυφθούν οι οφειλές των ΜΜΕ από το «χαράτσι», κάλυψη που έχει σταματήσει το 2022.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα ο Πρόεδρος του ΣΗΠΕ να μείνει μόνος απέναντι στη μήνι των συνδικαλιστών και να συγκεντρώσει τα πυρά τους, ενώ δεν έκανε τίποτα περισσότερο από το να εκφράσει μια θέση που αφορά ολόκληρο τον εκδοτικό κλάδο.
Θέλουμε να καταστήσουμε σαφές προς όλους ότι ο ΣΗΠΕ θα συνεχίσει με σταθερότητα να διεκδικεί την κατάργηση της εισφοράς 2%, διότι στρεβλώνει τον ανταγωνισμό, επιβαρύνει δυσανάλογα τον έντυπο Τύπο και ιδιαίτερα τον περιφερειακό, δεν βασίζεται σε ορθολογικά ή αναλογικά κριτήρια, και ναι, λειτουργεί τελικά ως «χαράτσι» (όσο και ενοχλεί η λέξη τους κ.κ. συνδικαλιστές) που τιμωρεί τον τζίρο αντί να στηρίζει την ανάπτυξη!
Την ώρα που ο Τύπος προσπαθεί να ανταποκριθεί στις προκλήσεις της ψηφιακής μετάβασης, να επενδύσει σε περιεχόμενο και προσωπικό και να επιβιώσει σε ένα εξαιρετικά δύσκολο οικονομικό περιβάλλον, τέτοια μέτρα αποτελούν τροχοπέδη και όχι στήριξη.
Η υπεράσπιση του έντυπου τύπου και ειδικά του περιφερειακού, απαιτεί συλλογική στάση, θεσμική σοβαρότητα και ξεκάθαρη στρατηγική.
Ο ΣΗΠΕ θα συνεχίσει να πράττει το καθήκον του. Όπως έκανε και στη Βουλή.
* Ο Γιάννης Κουτσολιόντος είναι Εκδότης του ΠΡΩΪΝΟΥ ΛΟΓΟΥ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ και Γενικός Γραμματέας του ΣΗΠΕ.
