Δευτέρα, 20 Οκτωβρίου 2025 17:22

Από το όραμα της πολιτικής και κοινωνικής ενοποίησης στην κυριαρχία των τεχνοκρατικών αντιλήψεων και εσχάτως στη στρατικοποίηση: Η μετάλλαξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Γράφτηκε από την

Από το όραμα της πολιτικής και κοινωνικής ενοποίησης στην κυριαρχία των τεχνοκρατικών αντιλήψεων και εσχάτως στη στρατικοποίηση: Η μετάλλαξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Του Οδυσσέα Γ. Σπηλιόπουλου, Κοσμήτορα Σχολής Διοίκησης Πανεπιστημίου Πελοποννήσου
Νομικός

Η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ), όπως τη γνωρίζουμε σήμερα, ξεκίνησε ως ένα τολμηρό πολιτικό και οικονομικό εγχείρημα μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο βασικός της στόχος ήταν η εξασφάλιση της ειρήνης, της σταθερότητας και της ευημερίας μέσω της ενοποίησης των κρατών της Ευρώπης, αρχικά με την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα (1951) και στη συνέχεια με τη Συνθήκη της Ρώμης (1957) που θεμελίωσε την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα.
Αυτό το όραμα, που συνδύαζε την οικονομική συνεργασία με την προοπτική μιας πολιτικής ενοποίησης βασισμένης σε κοινές δημοκρατικές αξίες, κοινωνική συνοχή και αλληλεγγύη, βρήκε ένθερμους υποστηρικτές, σε επίπεδο Γαλλίας και Γερμανίας, σε ηγέτες όπως ο Ζακ Ντελόρ, ο Φρανσουά Μιτεράν, ο Χέλμουτ Κολ και, σε επίπεδο χωρών του Νότου, σε προσωπικότητες όπως ο Φ. Γκονζάλες, ο Α. Παπανδρέου, ο Μπ. Κράξι. Οι πολιτικές τους τοποθετήσεις δεν περιορίζονταν μόνο στην ανάπτυξη της ενιαίας αγοράς, αλλά στόχευαν και στη διαμόρφωση ενός ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου με έντονα στοιχεία κρατικής παρέμβασης, προστασίας των εργαζομένων και σύγκλισης των οικονομιών.

Από την κοινωνική Ευρώπη στην Ευρώπη των αγορών

Ωστόσο, τις τελευταίες δεκαετίες παρατηρείται μια σταδιακή αλλά ριζική μετατόπιση. Η πορεία της ΕΕ σηματοδοτείται πλέον από την επικράτηση της οικονομικής λογικής, της δημοσιονομικής αυστηρότητας και της ανταγωνιστικότητας ως κυρίαρχων αξιών, σε βάρος της κοινωνικής πολιτικής και της δημοκρατικής λογοδοσίας. Η εμβληματική στιγμή αυτής της μετάβασης ήταν η καθιέρωση του ενιαίου νομίσματος με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ (1992), που όρισε αυστηρούς κανόνες για τα δημοσιονομικά των κρατών-μελών, συρρικνώνοντας τα περιθώρια άσκησης εθνικής οικονομικής πολιτικής.

Κατά την κρίση χρέους της Ευρωζώνης (2010-2015), η ΕΕ φάνηκε να λειτουργεί περισσότερο ως θεματοφύλακας των τραπεζικών συμφερόντων και της σταθερότητας του ευρώ παρά ως μηχανισμός συμφερόντων και αλληλεγγύης. Χώρες όπως η Ελλάδα, η Πορτογαλία και η Ισπανία υπέστησαν σκληρά μέτρα λιτότητας, επιβαλλόμενα από την Τρόικα (ΕΚΤ, ΔΝΤ, ΕΕ), που επιδείνωσαν τις κοινωνικές ανισότητες και απομάκρυναν τους πολίτες από το ευρωπαϊκό ιδεώδες.
Η έννοια της "κοινωνικής Ευρώπης" υποχώρησε μπροστά στη ρητορική της "ανταγωνιστικότητας", της "ευελιξίας" και της "μεταρρυθμιστικής αναγκαιότητας", έννοιες που μεταφράστηκαν σε απορρύθμιση της αγοράς εργασίας, ιδιωτικοποιήσεις και περιορισμό του κοινωνικού κράτους.

Η έλλειψη ηγεσίας με πολιτικό όραμα

Ένας από τους βασικούς λόγους αυτής της μετάλλαξης είναι η απουσία ισχυρής πολιτικής ηγεσίας με όραμα και αποφασιστικότητα αντίστοιχη των μεγάλων προσωπικοτήτων του παρελθόντος. Οι σημερινοί Ευρωπαίοι ηγέτες φαίνεται να στερούνται του στρατηγικού βάθους και της πολιτικής γενναιότητας που διέκρινε προσωπικότητες όπως ο Ντελόρ, που οραματιζόταν μια Ευρώπη των λαών και όχι απλώς των αγορών.
Η σημερινή Ευρωπαϊκή Επιτροπή, υπό την προεδρία της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, δείχνει να λειτουργεί περισσότερο ως διαχειριστικό όργανο των ισορροπιών και λιγότερο ως πολιτικός φορέας που διαμορφώνει κατευθύνσεις με βάση τις ανάγκες των πολιτών. Η έλλειψη συνεκτικής και εμπνευσμένης ηγεσίας έχει επιτρέψει την ενίσχυση εθνικιστικών και ευρωσκεπτικιστικών δυνάμεων, υπονομεύοντας περαιτέρω την ιδέα της ευρωπαϊκής ενοποίησης.

Οι νέες γεωπολιτικές προκλήσεις

Η ΕΕ αντιμετωπίζει σήμερα σοβαρούς κινδύνους στα εξωτερικά της σύνορα, με τις πολεμικές συγκρούσεις στην Ουκρανία και στη Μέση Ανατολή να δημιουργούν ένα περιβάλλον αυξημένης αστάθειας. Αυτές οι εξελίξεις, σε συνδυασμό με την αύξηση των μεταναστευτικών ροών, έχουν οδηγήσει σε μια αμυντική στροφή της ευρωπαϊκής πολιτικής. Αντί για ενίσχυση της πολιτικής συνοχής και της ανθρωπιστικής διάστασης, η ΕΕ επενδύει ολοένα και περισσότερο στην πολεμική βιομηχανία και στην ενίσχυση των εξωτερικών της συνόρων μέσω στρατιωτικών και τεχνολογικών μέσων.
Παράλληλα, η μεταναστευτική πολιτική της ΕΕ χαρακτηρίζεται από κατακερματισμό, αδυναμία κοινού σχεδιασμού και έλλειψη πραγματικής αλληλεγγύης μεταξύ των κρατών-μελών. Αντί να δομηθεί μια ολοκληρωμένη στρατηγική που να λαμβάνει υπόψη τόσο τις ανθρωπιστικές ανάγκες όσο και τις δυνατότητες ενσωμάτωσης, παρατηρείται μια συνεχής αυστηροποίηση των ελέγχων, με αποτέλεσμα την αποδυνάμωση του δικαιώματος στο άσυλο και την αύξηση της ξενοφοβίας εντός των κοινωνιών.

Η μετάβαση σε μια Ευρώπη της άμυνας και της ασφάλειας

Στη σκιά των παγκόσμιων γεωπολιτικών μετατοπίσεων και της αμφισημίας των ΗΠΑ ως εγγυήτριας δύναμης, η ΕΕ φαίνεται να προχωρά σε μια νέα φάση: την οικοδόμηση μιας Ευρώπης της άμυνας. Χώρες-μέλη επενδύουν σε στρατιωτικά προγράμματα και η αμυντική βιομηχανία γνωρίζει άνθηση. Το νέο Ευρωπαϊκό Ταμείο Άμυνας χρηματοδοτεί καινοτόμα οπλικά συστήματα, ενώ η "Στρατηγική Πυξίδα" της ΕΕ θέτει στόχους στρατιωτικής αυτονομίας.
Αν και η ασφάλεια είναι κρίσιμος τομέας, η μετάβαση αυτή συνοδεύεται από τον κίνδυνο να απομακρυνθεί η ΕΕ από τις αρχές της ειρηνικής επίλυσης διαφορών και της διπλωματίας, που αποτέλεσαν για δεκαετίες θεμέλια του ευρωπαϊκού εγχειρήματος.
Μια διορατική ηγεσία θα κατανοούσε ότι το μακροπρόθεσμο συμφέρον της ΕΕ είναι να αποτελεί η Ρωσία στρατηγικός εταίρος και όχι στρατηγικός εχθρός. Το όραμα ήταν να ενωθεί η Ευρωπαϊκή Ήπειρος και όχι να διαιρεθεί πάλι σε δύο ζώνες που θα προετοιμάζονται για πόλεμο.
--------
Η ΕΕ έχει πράγματι μεταλλαχθεί: από μια κοινότητα κρατών με προοδευτικό όραμα για κοινωνική δικαιοσύνη και πολιτική ενοποίηση, σε μια ένωση όπου κυριαρχούν οι τεχνοκρατικές επιλογές, τα τραπεζικά συμφέροντα, η δημοσιονομική πειθαρχία και –πιο πρόσφατα– σε μια ζώνη ενίσχυσης των εξοπλισμών που τείνει να εξελιχθεί σε ζώνη στρατιωτικοποίησης, στην οποία οι πόροι πλέον υπάρχει κίνδυνος να μην διοχετεύονται σε κοινωνικές δαπάνες αλλά στην κάλυψη των αναγκών της πολεμικής βιομηχανίας.
Αν δεν υπάρξει ανανέωση της πολιτικής ηγεσίας με ηθικό και ιδεολογικό βάθος, εφάμιλλο των ιδρυτικών μορφών της ευρωπαϊκής ενοποίησης, και αν η Ένωση δεν επανασυνδεθεί με τις ανάγκες και τις προσδοκίες των πολιτών της, κινδυνεύει να απολέσει το λόγο ύπαρξής της ως φορέας ειρήνης, δημοκρατίας και κοινωνικής προόδου.