Η Ελλάδα ζει μια πολιτική μεταβατική περίοδο, χωρίς επαρκώς προσδιορισμένη κατεύθυνση. Το πολιτικό σύστημα δεν ανανεώνεται ανακυκλώνεται. Ζούμε μια μεταβατική περίοδο όπου κυοφορούνται τέρατα και ελπίδες μαζί. Τέρατα πολιτικής υποκρισίας, θεσμικής ατιμωρησίας και κοινωνικής απάθειας, αλλά και η ελπίδα μιας αναγέννησης που μπορεί να γεννηθεί μόνο μέσα από τη συνειδητοποίηση του τέλματος. Η ιστορία μάς διδάσκει ότι οι μεταβατικές εποχές δεν είναι ποτέ ουδέτερες. Ή οδηγούν στην αποσύνθεση ή προετοιμάζουν την ανανέωση. Ο πρώην Πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, αν τελικά προχωρήσει στη δημιουργία νέου πολιτικού φορέα, θα επιχειρήσει να ανακτήσει τον χώρο της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας και της αριστερής αντιπολίτευσης με κυβερνητική προοπτική.
Όμως ο χώρος αυτός σήμερα «ταλανίζεται» από τα υπάρχοντα κόμματα , ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ, ΜέΡΑ25, Πλεύση Ελευθερίας, βυθισμένα στην αυτάρκειά τους, λειτουργούν ως μικρά «μαγαζιά» χωρίς στρατηγική προοπτική, διαχειριζόμενα προσωπικές φιλοδοξίες και κομματικά φέουδα. Απέναντι, το ενδεχόμενο κόμμα του πρώην Πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά επιχειρεί να καλύψει το κενό που αφήνει η αποιδεολογικοποιημένη και τεχνοκρατική Νέα Δημοκρατία του Κυριάκου Μητσοτάκη. Έχει μετρήσιμη απήχηση στο συντηρητικό ακροατήριο, που αισθάνονται προδομένοι από τις επιλογές της εξουσίας και τη διαρκή ρεμούλα των «αρίστων». Παράλληλα, η ιδέα ενός «Κόμματος των Τεμπών», ως κοινωνικού κινήματος όχι μόνο λαϊκής διαμαρτυρίας, αλλά και με θεσμικά αιτήματα, απέναντι στην ατιμωρησία και την ηθική παρακμή, θα μπορούσε να εκφράσει την ελπίδα της κοινωνίας για πλήρη ανατροπή του φαύλου πολιτικού κατεστημένου. Όμως χωρίς φυσική ηγεσία και πολιτική οργάνωση, κινδυνεύει να εγκλωβιστεί στο αιώνιο ελληνικό δίλημμα «δύο Έλληνες, τρεις αρχηγοί», αλλά και του «καπελώματος» από πονηρούς πολιτικάντηδες. Η Νέα Δημοκρατία κυβερνά με την άνεση της αυτοδυναμίας, αλλά και με την αλαζονεία της εξουσίας που θεωρεί το κράτος ιδιοκτησία της. Ο δημόσιος λόγος ευτελίζεται σε επικοινωνιακό σόου, η Δικαιοσύνη ανυπόληπτη εθελοτυφλεί και η κοινωνία, καθηλωμένη σε επιδόματα και ακρίβεια, έχει απωλέσει την πολιτική της βούληση και επομένως την ορθολογική πολιτική της κρίση. Το ΠΑΣΟΚ , ή ό,τι απέμεινε από το ΠΑΣΟΚ, ξαναπροσπαθεί φιλότιμα. Οργανώνει εκδηλώσεις, περιοδείες, παρουσιάσεις προγράμματος.
Όμως τα ακροατήρια αραιώνουν, οι αίθουσες αδειάζουν, οι «παραστάσεις» δεν κόβουν εισιτήρια. Το ΠΑΣΟΚ διατείνεται ότι έχει σχέδιο διακυβέρνησης και φιλοδοξεί να είναι πρώτο κόμμα στις εκλογές. Θεμιτή η φιλοδοξία, αλλά δεν απαντά πως το 10-13% στις δημοσκοπήσεις θα γίνει 33% τις βουλευτικές εκλογές ή καποιες απαντήσεις στελεχών προκαλούν θυμηδία. Για το ΣΥΡΙΖΑ η κατάσταση είναι κωμικοτραγική. Ο ΣΥΡΙΖΑ του Φάμελου και της Γεροβασίλη, αφού ανέτρεψαν με σταλινικές μεθόδους τον νόμιμα εκλεγμένο πρόεδρο από τη λαϊκή βάση Στέφανο Κασσελάκη του 15% στις ευρωεκλογές, τώρα δίνει μάχη να μπει στη Βουλή. Η ΝΕΑ ΑΡΙΣΤΕΡΑ το κόμμα των Υπουργών του Α. ΤΣΙΠΡΑ και των επαγγελματικών και ανεπάγγελτων στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ-ΤΣΙΠΡΑ έχουν πλήρως απαξιωθεί στις δημοσκοπικές μετρήσεις. Οίηση, αλαζονεία, κομματισμός, πελατειακές σχέσεις, διαπλοκή και θεσμική ατιμωρησία, είναι τα σταθερά χαρακτηριστικά της σημερινής εγχώριας πολιτικής τάξης της ασύδοτης και ασυνείδητης κομματοκρατίας. Αυτό είναι το πραγματικό πολιτικό αδιέξοδο: μια χώρα εγκλωβισμένη σε κομματοκρατικά κατάλοιπα, τη στιγμή που γύρω της συντελείται μια γεωπολιτική κοσμογονία και είναι σε πλήρη εξέλιξη ο περιφερειακός αναδασμός. Και η Ελλάδα , λόγω αδυναμίας του πολιτικού προσωπικού, περιορίζεται στον ρόλο του αμήχανου θεατή, ενώ η Τουρκία παίζει τον ρόλο του στρατηγικού πρωταγωνιστή.