Κατά τη διάρκεια των Περσικών πολέμων, η Θήβα είχε συμμαχήσει με τους Πέρσες. Μετά το τέλος των πολέμων η συνέλευση των Ελλήνων αφαίρεσε από τη Θήβα το δικαίωμα να ηγεμονεύει στο «Κοινό των Βοιωτών» και η πόλη ελεγχόταν από την Αθήνα. Το 457 π.Χ. όμως, μετά τη διείσδυση της Σπάρτης στη Βοιωτία, οι Σπαρτιάτες επέβαλαν στις βοιωτικές πόλεις και πάλι την ηγεμονία της Θήβας. Φυσικά οι Αθηναίοι αντέδρασαν και εκστράτευσαν εναντίον τους. Οι αντίπαλοι συγκρούστηκαν στην Τανάγρα, το 457 π.Χ. Εκεί επικράτησαν οι Βοιωτοί και οι Σπαρτιάτες σύμμαχοί τους. Λίγο αργότερα, σε μια νέα σύγκρουση στα Οινόφυτα, οι Αθηναίοι νίκησαν τους αντιπάλους τους. Μέχρι το 447 π.Χ. η Βοιωτία πέρασε στον αθηναϊκό έλεγχο. Τότε όμως, σε μια νέα σύγκρουση στην Κορώνεια, οι Αθηναίοι ηττήθηκαν από τους Θηβαίους. Αφού έληξε ο Πελοποννησιακός πόλεμος, οι Βοιωτοί, παρά την προηγούμενη συμμαχία, δυσαρεστημένοι από την αλαζονική πολιτική της Σπάρτης, εντάχθηκαν στον αντισπαρτιατικό συνασπισμό που σχηματίστηκε αργότερα και οδήγησε στον Κορινθιακό πόλεμο.
Μετά την εναλλασσόμενη ηγεμονία στις ελληνικές πόλεις, αρχικά της Αθήνας και στη συνέχεια της Σπάρτης, που αποδυναμώθηκαν όμως πολεμώντας μεταξύ τους κατά τον Πελοποννησιακό Πόλεμο, μια νέα δύναμη εμφανίστηκε στον ελλαδικό χώρο. Η Θήβα. Κοινό χαρακτηριστικό αυτών των «ηγεμονιών» ήταν ότι όλες εκμαυλίστηκαν από το περσικό χρυσάφι, που δινόταν απλόχερα στη μία ή στην άλλη πλευρά, ανάλογα με την περίσταση και τα συμφέροντα του εκάστοτε Πέρση βασιλιά.
Το φθινόπωρο του 387 π.Χ., με την Ανταλκίδειο ειρήνη, επικυρώθηκε η λήξη του πολέμου στη Μικρά Ασία. Η Σπάρτη ανέλαβε, ως τοποτηρητής των Περσών, να επιβλέπει τη συμφωνία μεταξύ των ελληνικών πόλεων. Η αναγνωρισθείσα αυτονομία κάθε πόλης δεν επέτρεπε πλέον τη δημιουργία συμμαχιών. Παρά τη συμφωνία που όριζε ότι οι ελληνικές πόλεις θα ήταν πια αυτόνομες, η Σπάρτη δεν είχε παραχωρήσει αυτονομία στη Μεσσηνία. Για τους Έλληνες, η Ανταλκίδειος ειρήνη ήταν ουσιαστικά ταπεινωτική και «έργον αισχρόν και ανόσιον» αφού ουσιαστικά όλοι εξαρτιόνταν από τις θελήσεις του Πέρση βασιλιά, που εκφράζονταν από την ανεπαρκή Σπάρτη, που με το περσικό χρυσάφι, ήθελε και κατάφερνε να ηγεμονεύει στον ελλαδικό χώρο.
Στο πλαίσιο της ηγεμονίας της και παρά τους όρους της Ανταλκιδείου ειρήνης, η Σπάρτη την άνοιξη του 386 π.Χ. διέλυσε «το κοινό των Βοιωτών» και συμμάχησε με τους ολιγαρχικούς Θηβαίους. Το 385 π.Χ. οι Θηβαίοι συμμετείχαν στο πλευρό της Σπάρτης σε μια εκστρατεία των Σπαρτιατών στην Αρκαδία. Στο θηβαϊκό στρατιωτικό σώμα υπηρετούσαν ο Πελοπίδας (410 π.Χ. - 364 π.Χ) κι ο Επαμεινώνδας (418 π.Χ - 362 π.Χ.). Σύμφωνα με τον Πλούταρχο:
…. «Ἦσαν δὲ καὶ πρὸς πᾶσαν ἀρετὴν πεφυκότες ὁμοίως, πλὴν ὅτι τῷ γυμνάζεσθαι μᾶλλον ἔχαιρε Πελοπίδας, τῷ δὲ μανθάνειν Ἐπαμεινώνδας, καὶ τὰς διατριβὰς ἐν τῷ σχολάζειν ὁ μὲν περὶ παλαίστρας καὶ κυνηγέσια, ὁ δ' ἀκούων τι καὶ φιλοσοφῶν ἐποιεῖτο. πολλῶν δὲ καὶ καλῶν ὑπαρχόντων ἀμφοτέροις πρὸς δόξαν, οὐδὲν οἱ νοῦν ἔχοντες ἡγοῦνται τηλικοῦτον, ἡλίκον τὴν διὰ τοσούτων ἀγώνων καὶ στρατηγιῶν καὶ πολιτειῶν ἀνεξέλεγκτον εὔνοιαν καὶ φιλίαν, ἀπ' ἀρχῆς μέχρι τέλους συμμείνασαν….»
(Πλούταρχου, Βίοι παράλληλοι, Πελοπίδας, 4)
Ουσιαστικά, οι δύο άνδρες, αν και με διαφορετικές καταβολές, συμπλήρωναν ο ένας τον άλλον αφού τους ένωνε μια κοινή φιλοδοξία, η ανάδειξη της πόλης τους στον ελλαδικό χώρο. Κατά τη διάρκεια της σπαρτιατικής εκστρατείας, σε μια μάχη στη Μαντίνεια, ο Πελοπίδας έπεσε τραυματισμένος στο έδαφος. Ο Επαμεινώνδας, βλέποντας τον τραυματισμό, μπήκε μπροστά από τον πεσμένο Πελοπίδα και τον υπερασπίστηκε, αν και τον θεωρούσε νεκρό. Σε αυτή την άνιση μάχη με τους αντιπάλους τους, τραυματίστηκε όμως και ο ίδιος. Κι ενώ φαίνονταν όλα χαμένα, τους δυο Θηβαίους στρατιωτικούς έσωσε από βέβαιο θάνατο η άφιξη στον τόπο της μάχης, του Σπαρτιάτη βασιλιά Αγησίπολι Α΄. Αφού ο Επαμεινώνδας και ο Πελοπίδας γλύτωσαν, αυτή η στιγμή της κάλυψης του ενός από τον άλλο κατά τη διάρκεια της μάχης, ήταν η αρχή μιας βαθιάς φιλίας, δεμένης με αίμα.
Το 382 π.Χ., με τη συνδρομή και των «αριστοκρατικών», ολιγαρχικών Θηβαίων, η Σπάρτη εγκατέστησε φρουρά στην Καδμεία, την ακρόπολη της Θήβας. Ανάλογη κίνηση έγινε τότε και στη Χαλκιδική όταν η Σπάρτη επιτέθηκε και στο «κοινό των Χαλκιδέων», μια ομοσπονδιακή ένωση των ευβοϊκών αποικιών της Χαλκιδικής, που έδρευε στην Όλυνθο. Και ο Ολυνθιακός πόλεμος (382-379) έληξε με νίκη της Σπάρτης. Το 379 π.Χ., στη Θήβα, οι δημοκρατικοί, με επικεφαλής τον στρατηγό Πελοπίδα, ανέτρεψαν τους ολιγαρχικούς και εγκατέστησαν και πάλι το δημοκρατικό καθεστώς. Τον Δεκέμβριο του ίδιου χρόνου, οι Θηβαίοι εξεγέρθηκαν και εκδίωξαν τη σπαρτιατική φρουρά από την Καδμεία. Τότε ξεκίνησε από τη Θήβα, η προσπάθεια για την ανεξαρτησία όλων των Βοιωτών.
Ακόμα μια φορά, από το 380 π.Χ., υπήρχε καθεστώς συμβασιλείας στη Σπάρτη, με τον Αγησίλαο Β΄και τον Κλεόμβροτο Α΄. Το 378 π.Χ. κι ενώ δεν υπήρχε εμπόλεμη κατάσταση μεταξύ της Σπάρτης και της Αθήνας, ένας Σπαρτιάτης πρόκριτος, ο Σφοδρίας, που ήταν αρμοστής στις Θεσπιές με την εντολή να συγκροτήσει εκεί μισθοφορικό στρατό, χωρίς την άδεια της συνέλευσης των πολιτών της Σπάρτης, της Απέλλας, επιχείρησε να καταλάβει τον Πειραιά και την Αθήνα. Φυσικά οι Αθηναίοι αντέδρασαν έντονα και η Σπάρτη, για να τους καθησυχάσει, καθαίρεσε τον Σφοδρία. Αυτός όμως ήταν συγγενής και με τους δύο βασιλιάδες της Σπάρτης και αφού δικάστηκε, αθωώθηκε. Μετά και την αθώωση του Σφοδρία, οι Αθηναίοι αγανακτισμένοι συμμάχησαν με τους Θηβαίους και ξανάγιναν εχθροί των Σπαρτιατών.
Το 376 π.Χ. ο αθηναϊκός στόλος συγκρούστηκε στη Νάξο με τον σπαρτιατικό και τον κατανίκησε. Οι ελληνικές πόλεις κατάκοπες από τις αλλεπάλληλες συγκρούσεις προκάλεσαν και επέτυχαν το 371 π. Χ., τη διοργάνωση στη Σπάρτη, συνεδρίου όλων των ελληνικών πόλεων και της Μακεδονίας καθώς και μιας αντιπροσωπείας του Πέρση βασιλιά Αρταξέρξη Β’, που επιθυμούσε την ειρήνευση των ελληνικών πόλεων επειδή ταυτόχρονα οι Πέρσες είχαν ανοιχτό μέτωπο στην Αίγυπτο, που είχε επαναστατήσει. Στο συνέδριο όλοι συμφώνησαν ότι έπρεπε να επικρατήσει παντού ειρήνη και κάθε πόλη να έχει την ελευθερία και την αυτονομία της. Σε αυτό ακριβώς το σημείο υπήρξε σύγκρουση του βασιλιά της Σπάρτης Αγησίλαου με τον αντιπρόσωπο των Βοιωτών, στρατηγό Επαμεινώνδα:
… «Ὁρῶν οὖν ὁ Ἀγησίλαος ὑπερφυῶς ἀγαμένους καὶ προσέχοντας αὐτῷ τοὺς Ἕλληνας, ἠρώτησεν εἰ νομίζει δίκαιον εἶναι καὶ ἴσον αὐτονομεῖσθαι τὴν Βοιωτίαν. ἀντερωτήσαντος δὲ τοῦ Ἐπαμεινώνδου ταχὺ καὶ τεθαῤῥηκότως εἰ κἀκεῖνος οἴεται δίκαιον αὐτονομεῖσθαι τὴν Λακωνικήν, ἀναπηδήσας ὁ Ἀγησίλαος μετ’ ὀργῆς ἐκέλευσε λέγειν σαφῶς αὐτὸν εἰ τὴν Βοιωτίαν ἀφίησιν αὐτόνομον. τὸ δὲ αὐτὸ τοῦτο πάλιν τοῦ Ἐπαμεινώνδου φήσαντος, εἰ τὴν Λακωνικὴν ἀφίησιν αὐτόνομον, οὕτω τραχέως ἔσχεν ὁ Ἀγησίλαος καὶ τὴν πρόφασιν ἠγάπησεν ὡς εὐθὺς ἐξαλεῖψαι τὸ τῶν Θηβαίων ὄνομα τῆς εἰρήνης καὶ προειπεῖν πόλεμον αὐτοῖς· τοὺς δὲ ἄλλους Ἕλληνας διαλλαγέντας ἐκέλευσεν ἀπιέναι, τὰ μὲν ἀκεστὰ τῆς εἰρήνης, τὰ δὲ ἀνήκεστα τοῦ πολέμου ποιοῦντας. ἔργον γὰρ ἦν πάσας ἐκκαθᾶραι καὶ διαλῦσαι τὰς ἀμφιλογίας»…
(Πλούταρχου, Βίοι παράλληλοι, Αγησίλαος, 28)
Ουσιαστικά η αντιπαράθεση αφορούσε το δικαίωμα του Επαμεινώνδα να συμμετέχει στο συνέδριο και να υπογράψει τη νέα συνθήκη ως εκπρόσωπος όλων των Βοιωτικών πόλεων. Όταν ο Αγησίλαος, ως πρόεδρος του συνεδρίου, ρώτησε τον Επαμεινώνδα: «νομίζεις ότι είναι δίκαιο και ίσο να αυτονομείται κάθε πόλη;», ο Επαμεινώνδας δεν δίστασε να του απαντήσει: «Μάλιστα, εάν και συ αφήσεις αυτόνομη τη Λακωνική». Η θέση του Επαμεινώνδα αφορούσε σαφώς την αυτονομία των Μεσσηνιακών πόλεων, κάτι που δεν δέχονταν οι Σπαρτιάτες. Τα πνεύματα οξύνθηκαν, ο Επαμεινώνδας δεν υπέγραψε τη συνθήκη και αποχώρησε, κηρύσσοντας ουσιαστικά τον πόλεμο στη Σπάρτη. Βέβαια αιτία του πολέμου ήταν η επιθυμία των Θηβαίων για την κατάλυση της Σπαρτιατικής ηγεμονίας και αφορμή έγινε η αυτονομία των Μεσσηνιακών πόλεων.
Η αποχώρηση του Επαμεινώνδα από το συνέδριο της Σπάρτης και ο χαρακτηρισμός της Θήβας, από τους περισσότερους συνέδρους, ως «έκσπονδης», οδήγησε στη δημιουργία αντιθηβαϊκού συνασπισμού με αποκορύφωμα τη συμμαχία της Αθήνας με τη Σπάρτη! Εκτός του Αγησίλαου που προέδρευε στο συνέδριο, ο συμβασιλιάς Κλεόμβροτος βρισκόταν τότε στη Φωκίδα, επικεφαλής στρατιωτικής δύναμης. Με απόφαση της Απέλλας, ο Κλεόμβροτος κινήθηκε εναντίον της Θήβας για να επιβάλει την αυτονομία των βοιωτικών πόλεων και να εξαναγκάσει τους Θηβαίους να την αποδεχτούν. Όλοι πίστευαν ότι η σπαρτιατική δύναμη θα μπορούσε να εξαφανίσει τη Θήβα. Ο στρατός του Κλεόμβροτου είχε στρατοπεδεύσει στη Χαιρώνεια. Οι Θηβαίοι είχαν συγκεντρωθεί στην Κορώνεια. Η σύγκρουση των αντιπάλων έγινε στα Λεύκτρα. Ένδεκα χιλιάδες Σπαρτιάτες, δέκα χιλιάδες οπλίτες και χίλιοι ιππείς, εναντίον έξι χιλιάδων Θηβαίων. Η στρατηγική ευφυία του Επαμεινώνδα, με την τακτική της «λοξής φάλαγγας» που εφάρμοσε και ο ιερός λόχος των τριακοσίων, επίλεκτων νέων, οπλιτών του Πελοπίδα έκριναν τη μάχη που έγινε εκεί τον Ιούλιο του 371 π.Χ. Ο Κλεόμβροτος έπεσε στη μάχη μαζί με περισσότερους από χίλιους στρατιώτες του καθώς και τον Σφοδρία που πολεμούσε εκεί ως αξιωματικός.
Η νίκη των Θηβαίων στρατηγών Επαμεινώνδα και Πελοπίδα στη μάχη των Λεύκτρων εγκαθίδρυσε τη «Θηβαϊκή ηγεμονία» στον Ελλαδικό χώρο που για περίπου εννέα χρόνια, η Θήβα έγινε η πρώτη δύναμη στην Ελλάδα. Οι Θηβαίοι μετά την επικράτησή τους στα Λεύκτρα, συμμάχησαν με τους Φωκείς και τους Λοκρούς. Ένα χρόνο αργότερα, το 370 π.Χ., εξασφάλισαν τη συμμαχία με τον τύραννο των Φερρών, Ιάσονα, που είχε κυριαρχήσει για μια δεκαετία στη Θεσσαλία, αναπτύσσοντας τη «Θεσσαλική ηγεμονία».
Την ίδια περίοδο στην Αρκαδία, με πρωτοβουλία του στρατηγού Λυκομήδη από τη Μαντίνεια, οι αρκαδικές πόλεις ενώθηκαν σε μία συμπολιτεία που ονομάστηκε «Κοινό των Αρκάδων». Φυσικά η Σπάρτη στράφηκε εναντίον τους. Τότε οι Αρκάδες ζήτησαν τη βοήθεια των Θηβαίων που ήθελαν να αποκτήσουν ερείσματα και στην Πελοπόννησο, αλλά και των γειτόνων τους, Αργείων και Ηλείων. Όλοι δέχτηκαν. Η Σπάρτη εξασφάλισε τη συμμαχία δύο αρκαδικών πόλεων που δεν είχαν ενταχθεί στο «Κοινό», της Ηραίας και του Ορχομενού αλλά και του Φλειούντα της Κορίνθου, στην περιοχή της Νεμέας. Οι Θηβαίοι το 369 π.Χ. εκστράτευσαν στην Αρκαδία με στόχο τον περιορισμό των Σπαρτιατών.
[Φωτογραφία: Διπλός δαρεικός του Αρταξέρξη Β΄, που κόπηκε στη Βαβυλώνα περί το 330-300 π.Χ.· στη μία όψη ο Πέρσης βασιλιάς με τόξο. Cabinet des médailles Paris]