Πως θα μπορούσε να φιμώσει κανείς ανθρώπους που έβαλαν εδώ και πολύ καιρό πλώρη για άλλους κόσμους μη προσβάσιμους με την πρώτη ματιά, αλλά ανιχνεύσιμους σαν επισπευσθεί η πρώτη ειρηνική εισβολή για αποκάλυψη και απλοποίηση των αινιγμάτων και των μυστικών του σύμπαντος, που παρέμειναν εκεί για χιλιάδες χρόνια, μέχρι ο λόγος μπορέσει να ανοίξει ένα παράθυρο και να αναζητήσει μια και μόνη εξήγηση, το γιατί δηλαδή οι άνθρωποι επιμένουν να αποδέχονται χειροπιαστές αποδείξεις που δεν τυγχάνουν περαιτέρω ανάλυσης και ενδοσκοπικής απορητικής;
Είναι από δύσκολο έως ακατόρθωτο να αφαιρεθούν τα τμήματα της σκέψης που συνθέτουν την στερεά πεποίθηση ότι μέσα στην γενική αναστάτωση υπάρχει πάντα το πέρασμα εκείνο που βοηθά στην εξερεύνηση και περιήγηση των παθών και των εντυπώσεων από εικόνες που συγκλονίζουν με την πολυπλοκότητά τους όχι τόσο γιατί είναι αφηρημένες, παρά προσδόκιμες εντός του βιωματικού ταξιδιού που μέλλει πάντα να τελειώσει ως χρόνος στην αντίληψη τους εξωτερικού κόσμου, εικόνες που δεν αφήνουν αποτυπώματα έκφανσής τους παρά μόνο για τους ακαταπόνητους εξερευνητές ατητές του εσωτερικού μεγαλείου.
Διαχρονικά και εδώ και χιλιάδες χρόνια οι άνθρωποι αναρωτιόνταν ποια είναι η Πρωταρχή και το ασύλληπτο Ένα που παράγει τις αλυσιδωτές αντιδράσεις στην πορεία της Ύπαρξης, από που δηλαδή ξεκινά κανείς και προς τα που πορεύεται αν όχι προς ένα εξωτερικά αντιληπτό τέλος αλλά κατά μίαν άλλη έννοια ασύλληπτο Συνεχές που λαμβάνει την μορφή της αιωνιότητας και του Παντός μακριά από τον ανθρωπομορφοκεντρισμό και την προσωποποίηση του αρχικού Χάους.
Τα δυσεπίλυτα αυτά μονοπάτια ακολουθήθηκαν από μοναχικούς περιπατητές και ήταν αυτοί που άνοιγαν τα περάσματα είτε αυτά ανοίγονταν στο σκεπτικό τους πέρασμα, για να συμπεράνει κανείς πως όσο βαθύτερα προχωρά, τόσο εμπεριέχεται και συναρτάται από την έλξη της φύσης και δεν εκτίθεται απλά σε Γόρδιους Δεσμούς που σαν τους κόψει, λυτρώνεται.
Υπάρχει πάντα ένα όριο που πρέπει να ξεπεραστεί, ώστε να προκύψει η εκτός ορίων περισυλλογή και περίσκεψη, και αυτό το ταξίδι μπορεί να μην έχει τέλος στην παγκόσμια μνήμη που επαναφέρει μέσω της αναζωογόνησης τους νέους φραγμούς και πάει λέγοντας.
Ίσως να πρέπει να ανακαλύψει κανείς τα εμπόδια και να τα υπερπηδήσει όσο σκέπτεται και το σέβεται αυτό, ίσως η μοναδική πορεία να είναι το ίδιο το εμπόδιο και οι διαστάσεις του, η αλλεπάλληλη υπερπήδηση και επαναφορά του, ίσως ο ίδιος ο άνθρωπος είναι το μεγαλύτερο εμπόδιο από την απομάκρυνση της αλήθειας και η προσποίηση της κατανόησης να είναι μια ακόμη προσφορά του ζωτικού ψεύδους.
Αν οι άνθρωποι μπορούσαν έστω και για μια στιγμή να δεχθούν το αδιέξοδό του, αν αποδέχονταν πως αυτά που ζουν, μπορεί και να μην είναι αληθινά, ίσως τότε να μπορούσαν να κάνουν ένα μικρό βήμα και να παρακινήσουν ενορμητικά την σκέψη.
Αυτό δεν σημαίνει πως κάθε σκέψη για το καθημερινό θα πρέπει να εκλαμβάνεται ως αποκοτιά, ούτε όμως το ότι κάθε τι άλλο οδηγεί απαραίτητα στην εμπέδωση των νοημάτων.
Με απλότητα και σύνεση και όχι καχυποψία θα πρέπει να δούμε και πάλι τις λεκτικές και φραστικές δομές των νοημάτων, να εντρυφήσουμε μέσα σε αυτές και κάποια στιγμή να ξεφύγουμε από τις καθημερινές μας συναντήσεις με το εύλογο και κατανοητό χάριν του θαυμαστού Αγνώστου που ξεδιπλώνεται στο νου.
Το ταξίδι αυτό είναι συγκλονιστικό και η αναμέτρηση με την συνήθεια είναι σκληρή, πιεστική και ενίοτε πειστική Περισσεύει όμως το θάρρος από την δεξαμενή μιας μη θαρραλέας ζωής που αξιώνει την απομάκρυνση από το Αδύνατο και το Υψηλό, παρέχοντας βεβαιότητες για το Υπάρχον και αξιώνοντας δικαιολογίες για την παράταση και προέκταση της σκέψης σε ασύλληπτα νοήματα.
Οι ερωτήσεις αυτά δεν απαντώνται. Προχωρά κανείς και δοκιμάζει τα όριά του, τα δικά του και του περίγυρου. Με αυτή την έννοια δεν φιμώνεται ούτε παρακάμπτεται στην ίδια του την συνείδηση. Ο εξωτερικός κόσμος πάντα είχε τις απορίες του και την σαγήνη προς το καθιερωμένο και εμπεριστατωμένο.
Αν ο κόσμος όμως είχε τις απαντήσεις, δεν θα ρωτούσε υπό την εκάστοτε μορφή διερώτησης. Δεν θα παρέμενε εσαεί άφωνος με τις επιστημονικές κατακτήσεις και επιτεύγματα.
Ούτως ειπείν, ποτέ η ανθρωπότητα δεν σταμάτησε να αναζητά και να πειραματίζεται, έστω και αυτό γινόταν από μια μικρή μειοψηφία. Το Υψηλό όσο φοβίζει τόσο δελεάζει.
Το ίδιο όπως και η φιλοσοφία που σταματά και επανέρχεται σαν τις μικρές αλλά σημαντικές στιγμές της ζωής που καλούνται να τις απολαύσουν όλοι διαχρονικά. Το δώρο της συμπαντικής φύσης στην πεπερασμένη θνητότητα.
Του Φίλιππου Ζάχαρη (zachfil64@gmail.com)
Κατηγορία
Απόψεις