Ζούμε σε μια συγκυρία, εξαιρετικά ρευστή για την ανθρωπότητα, με την αβεβαιότητα να κορυφώνεται λόγω, του πολέμου στην Ουκρανία, τη ραγδαία επιδεινούμενη- κατάσταση στη Μέση Ανατολή, τη νέα «απρόβλεπτη» ηγεσία των Ηνωμένων Πολιτειών, με επακόλουθο πολλές αναταράξεις και δυσμενείς επιπτώσεις στις διεθνείς οικονομικές σχέσεις.
Σε αυτό το επισφαλές περιβάλλον, η πατρίδα μας, δυστυχώς, φθίνει πληθυσμιακά και είμαστε η μόνη ευρωπαϊκή χώρα που το ΑΕΠ μας παραμένει μικρότερο από αυτό του 2009 ενώ παραμένουμε προτελευταίοι ως προς την αγοραστική δύναμη, στην Ευρώπη των “27”.
«Επιστρέφουμε στην Αθήνα με ένα συνολικό πακέτο το οποίο ξεπερνάει τα 70 δισ. ευρώ, ένα μέγεθος πρωτοφανές για τη χώρα μας, είχε δηλώσει ο πρωθυπουργός κ. Μητσοτάκης μετά το τέλος των εργασιών της Συνόδου Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις Βρυξέλλες 20/7/2020.
Για κάθε έτος να αναλογούν περίπου δώδεκα δις ευρώ έως το τέλος του 2026. Πέρασαν από τότε πέντε χρόνια και η κοινωνία στενάζει υπό το βάρος της ακρίβειας και του πληθωρισμού. Το ερώτημα είναι απλό. Που πήγαν όλα αυτά τα δίς ευρώ;
Η Ανάπτυξη χωρίς όραμα
Παρά την «ιστορική» ευκαιρία που μας παρουσιάστηκε με το Ταμείο Ανάκαμψης, ελάχιστα πράγματα άλλαξαν όσον αφορά την πραγματική ανάπτυξη της χώρας μας, λόγω, έλλειψης οράματος και αλλαγής του αναπτυξιακού υποδείγματος, με ανεπαρκή στήριξη της βιομηχανίας, την απουσία ισχυρών κινήτρων για επενδύσεις στις νέες τεχνολογίες, με την ύπαρξη αδύναμων θεσμών, και με χαμηλό το επίπεδο κοινωνικής δικαιοσύνης.
Τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας έχουμε επενδύσεις χαμηλής προστιθέμενης αξίας, καθώς οι εισροές ξένου κεφαλαίου καταλήγουν στην αγορά ακινήτων και όχι στη βιομηχανία ή την ανάπτυξη νέων τεχνολογιών.
Το 50% των άμεσων ξένων επενδύσεων κατευθύνεται, κυρίως μέσω της Golden Visa, στο real estate. Επενδύσεις που δεν ενισχύουν την ανταγωνιστικότητα και την ανθεκτικότητα της οικονομίας μας, αλλά δυσκολεύουν τη ζωή των πολιτών καθώς δημιουργείται έλλειψη κατοικίας για μίσθωση και την αύξηση των ενοικίων. Σύμφωνα με τα στοιχεία του Πανελλαδικού Δικτύου Μεσιτών E-Real Estates, η συσσωρευτική αύξηση των ενοικίων από το 2018 έως και σήμερα κυμαίνεται από 43,2% έως 52,1% και αφορά κατοικία κατάλληλη για οικογένεια.
Η Ανταγωνιστικότητα σε ελεύθερη πτώση
Η σημερινή ανάπτυξη για την οποία πανηγυρίζει η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατία, έχει σαν αποτέλεσμα το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών να κινείται γύρω στο 6%. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε, ότι η διεθνής ανταγωνιστικότητα της χώρας υποχωρεί. Σύμφωνα με τα πρόσφατα στοιχεία της «Παγκόσμιας Επετηρίδας Ανταγωνιστικότητας» (World Competitiveness Yearbook – WCY) η Ελλάδα για το 2025 υποχώρησε σε όρους διεθνούς ανταγωνιστικότητας και βρίσκεται πλέον στην 50η θέση μεταξύ 69 χωρών από την 47η στην οποία βρισκόταν το 2024.
Ο Αναπτυξιακός νόμος 4887/2022 περιελάμβανε 13 καθεστώτα ενισχύσεων. Από αυτά προκηρύχθηκαν μόνο 4 (Τουρισμός, Μεταποίηση, Αγροδιατροφή, Επιχειρηματικότητα 360), τα υπόλοιπα 9 δεν προκηρύχθηκαν ποτέ! Η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας προχώρησε πρόσφατα στην τροποποίηση του, με το νόμο 5203/2025, καταργώντας, συγχωνεύοντας και δημιουργώντας 12 καθεστώτα ενισχύσεων. Στην πραγματικότητα είμαστε στο ίδιο έργο θεατές. Μία από τα ίδια. Αυτό σημαίνει ομολογία αποτυχίας του προηγούμενου αναπτυξιακού νόμου 4887/2022 πριν καλά - καλά εφαρμοστεί, πριν ανοίξουν όλα τα καθεστώτα, πριν δοθούν χρήματα στους επενδυτές. Πρόκειται για ένα νόμο χωρίς προστιθέμενη αξία, με απλές προσαρμογές, διορθώσεις κάποιων σφαλμάτων και αλλαγή κάποιων καθεστώτων.
Αναδιανομή πλούτου σε βάρος της εργασίας
Τα τελευταία χρόνια λαμβάνει χώρα μια τεράστια αναδιανομή πλούτου στη χώρα μας. Το μερίδιο της εργασίας στο ΑΕΠ είναι το δεύτερο χαμηλότερο στην Ευρωπαϊκή Ένωση και μειώνεται συνεχώς από το 2020. Ενώ τα κέρδη ως ποσοστό του ΑΕΠ είναι από τα υψηλότερα στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ο πληθωρισμός παραμένει υψηλός και εντός του τελευταίου έτους καταγράφουμε άνοδο άνω του 10% σε αγαθά, υπηρεσίες και ενοίκια. Ο δομικός πληθωρισμός κινείται σταθερά πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Η Ελλάδα είναι από τις ελάχιστες χώρες στην Ευρώπη με αρνητική αποταμίευση. Την ίδια ώρα, το κόστος του τραπεζικού δανεισμού για νοικοκυριά και επιχειρήσεις παραμένει υψηλό, ενώ η συντριπτική πλειονότητα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων δεν έχει σχεδόν καμία πρόσβαση στην τραπεζική χρηματοδότηση.
Τι χρειάζεται η Χώρα;
Η οριζόντια ενίσχυση των παραγωγικών επενδύσεων αλλά και της απασχόλησης, με στόχο την αναβάθμιση της κεφαλαιακής βάσης και του ανθρώπινου δυναμικού της ελληνικής οικονομίας, απαιτούν γενναίες μεταρρυθμίσεις στα κίνητρα για ένα φορολογικό σύστημα σταθερό, δίκαιο και αναπτυξιακό.
Σήμερα η χώρα μας χρειάζεται ένα νέο όραμα, ένα νέο σχέδιο, ένα νέο υπόδειγμα βιώσιμης, ανταγωνιστικής, ανθεκτικής και δίκαιης ανάπτυξης, που θα κινητοποιήσει όλες τις υγιείς παραγωγικές δυνάμεις και τα αποτελέσματα της θα διαχέονται ισότιμα σε όλη την κοινωνία.
* Ο Γιάννης Διονυσόπουλος είναι Οικονομολόγος Ph.D., μέλος Κεντρικής Διοίκησης Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδας, αναπληρωτής Γραμματέας Τομέα Ανάπτυξης & Επενδύσεων ΠΑΣΟΚ, μέλος της Γραμματείας Τομέα Επιστημόνων ΠΑΣΟΚ.