Ξεκινήσαμε με το σχέδιο πόλης του 1905, μετά πήγαμε στις δημόσιες υποδομές (τρένο, λιμάνι, σχέδιο) και αναφερθήκαμε στην εγκατάσταση της «Ζαν και Ρος» (αργότερα Ελληνική Εταιρεία Οίνων και Οινοπνευμάτων) κοντά σε τρένο και λιμάνι αλλά και στην «καρδιά» του σχέδιου πόλης. Σήμερα θα δούμε πως χάθηκε η «ευκαιρία» για να μετατραπεί σε πάρκο αυτός ο χώρος που είχε έκταση (λίγο) μεγαλύτερη από 30 στρέμματα και θα μπορούσε να έχει αλλάξει ριζικά τη μορφή της νεότερης Καλαμάτας. Καθώς εκεί ακριβώς αντί για δέντρα φύτρωσαν πολυκατοικίες με συμπαγή δόμηση.
Καθώς στην Καλαμάτα υπήρχαν οι προϋποθέσεις, το 1885 δύο απόφοιτοι της Πανεπιστημιακής Γεωπονικής Σχολής Μονπελιέ της Γαλλίας, ο Αριστόβουλος Ι. Ζάννος και ο Εμμανουήλ Ρως, ίδρυσαν μια μικρή εταιρεία οίνων και οινοπνευμάτων η οποία πολιτογραφήθηκε ως «Ζαν και Ρως». Τοποθέτησαν μάλιστα ως διευθυντή έναν καλαματιανό συμφοιτητή τους, το Γεώργιο Κυριακό, μετέπειτα ακαδημαϊκό και υπουργό Γεωργίας της κυβέρνησης Μεταξά. Οι προϋποθέσεις ήταν αφενός μεν η δρομολόγηση των έργων υποδομής (τρένο, λιμάνι) και αφετέρου η αφθονία πρώτης ύλης, η σταφίδα. Ετσι εγκαταστάθηκε σε χώρο δίπλα στη σιδηροδρομική γραμμή και το λιμάνι, αρχικά σε μια μικρή έκταση. Η εταιρεία αναπτύχθηκε γρήγορα και το 1900 μετεξελίχθηκε σε μια μεγαλύτερη, την Ανώνυμη Οινοποιητική και Γεωργική Βιομηχανία. Η οποία συγχωνεύτηκε το 1906 με τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις του κλάδου για να δημιουργηθεί η περίφημη Ελληνική Εταιρεία Οίνων και Οινοπνευμάτων («Βότρυς» με… το όνομα). Τότε οι εγκαταστάσεις επεκτάθηκαν σε μια έκταση μεγαλύτερη από 30 στρέμματα ανάμεσα στην Αριστομένους και τη Φαρών και από τη Λέσχη Αξιωματικών μέχρι τη Σχολή Παπαφλέσσα (μεταγενέστερες εγκαταστάσεις αλλά αναγκαίες για τον προσδιορισμό της έκτασης). Η εταιρεία αγοράστηκε το 1938 από τον Μποδοσάκη-Αθανασιάδη και το εργοστάσιο της Καλαμάτας έκλεισε τα μεταπολεμικά χρόνια.
Με την εγκατάσταση του μεγάλου εργοστασίου και την επέκταση του χώρου που ανήκε στην ιδιοκτησία της, ουσιαστικά «ακυρώθηκε» πρόθεση του σχεδίου πόλης για ανάπτυξη της πόλης στον άξονα βορρά – νότου. Αλλά ταυτόχρονα έμεινε μια «τρύπα» η οποία από την έκτασή της θα μπορούσε να αποτελέσει έναν τεράστιο ελεύθερο χώρο για κοινόχρηστη αξιοποίηση, καθώς από τα πάρκα του αρχικού σχεδίου (πριν την έγκριση το 1905) δεν είχε μείνει τίποτε. Για την υπόθεση αυτή δίνει τη δική του εκδοχή ο αείμνηστος δήμαρχος Παναγής Κουμάντος, του οποίου ο πατέρας Χρήστος Κουμάντος ήταν δήμαρχος την εποχή της διάλυσης του εργοστασίου. Γράφει λοιπόν στο βιβλίο του «Οι Δήμαρχοι της Καλαμάτας»: «Ο Δήμαρχος ανακοίνωσε στο Δημοτικό Συμβούλιο την πρόθεσή του να απαλλοτριώσει ολόκληρη την εδαφική έκταση που κάλυπταν οι εγκαταστάσεις του εργοστασίου της Εταιρείας Οίνων και Οινοπνευμάτων [ΕΕΟΟ] το γνωστό “Ζαν και Ρος”. Ο σχεδιασμός του Κουμάντου διέρρευσε την επόμενη ημέρα σε ολόκληρη την πόλη και ενεργοποίησε τα ατομικά συμφέροντα. Τον ίδιο μήνα το συγκρότημα της ΕΕΟΟ πουλήθηκε σε ιδιώτες. Ο Δήμος δεν κατάφερε να απαλλοτριωθεί η εδαφική έκταση, την οποία προόριζε για Δημοτικό Αλσος, παρά την Κυβερνητική δέσμευση. Γιατρός από την Καλαμάτα και όμιλος κεφαλαιούχων από το κέντρο, αχυράνθρωποι και μη, κινήθηκαν αστραπιαία και πριν προλάβει η βραδυκίνητη γραφειοκρατία να αποφασίσει, ολοκλήρωσαν τις διαδικασίες αγοραπωλησίας. Ο Καραμανλής για πρώτη φορά αθέτησε υπόσχεσή του προς τον Κουμάντο. Η υγεία του Δημάρχου κλονίστηκε. Ο ζαχαρώδης διαβήτης, που τον ταλαιπωρούσε, ξέφυγε από κάθε έλεγχο. Ο σχετικός δείκτης έφθασε σε επικινδυνότατα επίπεδα. Η Καλαμάτα στερήθηκε ενός πνεύμονα πρασίνου στο κέντρο της πόλης και ο Δήμαρχος έχασε την υγεία του».
Είναι αλήθεια ότι στην πόλη η υπόθεση αυτή δεν πήρε έκταση και καλύφθηκε ελάχιστα από τις τοπικές εφημερίδες. Σύμφωνα με τη «Σημαία» (1/12/1959), κεφαλαιούχοι του Πειραιά ενδιαφέρονταν μόνον για τα μηχανήματα αλλά ο Μποδοσάκης απαιτούσε αγορά ακινήτων και μηχανολογικού εξοπλισμού. Ετσι αρχικά οι ενδιαφερόμενοι απευθύνθηκαν στο δήμο ώστε να «απαλλαγούν» από τα ακίνητα που είχαν μεγάλο σχετικά κόστος και αν πληρώσουν μόνον για τα μηχανήματα που τους ενδιέφεραν. Ο αείμνηστος Χρήστος Κουμάντος το είδε σωστά ως ευκαιρία και το έφερε στο δημοτικό συμβούλιο: «Κατά την χθεσινήν συνεδρίασιν του Δημοτικού Συμβουλίου της πόλεώς μας κατόπιν μακράς κατατοπιστικής εισηγήσεως του δημάρχου κ. Χρ. Κουμάντου, συνεζητήθη προσφορά ομάδος κεφαλαιούχων του Πειραιώς, προς τον Δήμον Καλαμών, όπως εξαγοράσει ολόκληρον το εκ περίπου 50 χιλιάδων πήχεων οικόπεδον του ενταύθα εργοστασίου της Ελληνικής Εταιρείας Οίνων και Οινοπνευμάτων. Η εν λόγω ομάς κεφαλαιούχων ενδιαφέρεται δια την αγοράν των μηχανικών εγκαταστάσεων του εργοστασίου, αι οποίαι θα εκποιηθούν ως παληοσίδερα, ευρίσκεται δε εις σχετικάς διαπραγματεύσεις μετά του εκπροσώπου της ΕΕΟΟ κ. Μποδοσάκη, ο οποίος όμως δεν δέχεται να εκποιήσει κεχωρισμένως τας εγκαταστάσεις και την εδαφικήν έκτασιν του εργοστασίου. Κατόπιν τούτου η εν λόγω ομάς καταλήγει εις την απόφασιν όπως προβή εις την αγοράν κατά τους όρους που θέτει ο κ. Μποδοσάκης. Προς τούτο επεκοινώνησε μετά του κ. Δημάρχου και προσέφερε την αγοράν ολοκλήρου της ανωτέρω περιοχής του εργοστασίου υπό του Δήμου Καλαμών αντί ποσού τριών και ημίσεως εκατομμυρίων δραχμών. Ο κ. Κουμάντος προτιθέμενος να δημιουργήση εις την περιοχήν του εργοστασίου της ΕΕΟΟ ένα μέγα πάρκον του οποίου στερείται ήδη η πόλις, εξεδήλωσε ζωηρόν ενδιαφέρον δια την γενομένην προς τον Δήμον προσφοράν, και έφερε το ζήτημα ενώπιον του Δημοτικού Συμβουλίου. Σημειωτέον ότι αι διαπραγματεύσεις των ανωτέρω κεφαλαιούχων με τον κ. Μποδοσάκην έχουν αρκετά προχωρήσει, τεχνικοί δε εμπειρογνώμονες τούτων κατελθόντες προ ημερών εις την πόλιν μας προέβησαν εις λεπτομερή εξέτασιν και αποτίμησιν των εγκαταστάσεων του εργοστασίου προκειμένου να υποβάλουν την τελικήν προσφοράν των».
Λίγους μήνες αργότερα, το «Θάρρος» (15/4/1960) μας πληροφορεί ότι η αγοραπωλησία έγινε, η έκταση πωλείται αλλά ο δήμος δεν διαθέτει τα χρήματα για την αγορά, ενώ ιδιαίτερη μνεία γίνεται για την Αγία Βαρβάρα και την τύχη της: «Το μεταξύ της οδού Φαρών και Αριστομένους εργοστάσιον της Εταιρείας Οίνων και Οινοπνευμάτων επωλήθη. Κατά τας υπαρχούσας πληροφορίας, αι εγκαταστάσεις του εργοστασίου θα διαλυθούν και η έκτασις των εκ 30.770 τετραγωνικών μέτρων θα πωληθή είτε εν συνόλω είτε μερικώς ως οικόπεδον. Ωσαύτως το εναπομείναν προσωπικόν θα αποσυρθή μέχρις 28ης Απριλίου. Η πώλησις και διάλυσις του αρχαιοτέρου εργοστασίου της πόλεως (πρώην Τσαν και Ρος) αποτελεί πλήγμα δια την τοπικήν οικονομίαν, η οποία όχι μόνον δεν ενισχύθη εις τον βιομηχανικόν τομέα, αλλά και αφέθη εις την τύχην της. Πράγματι, όλαι αι κατά καιρούς καταβληθείσαι πλησίον της Κυβερνήσεως προσπάθειαι δια την επαναλειτουργίαν του εργοστασίου υπό την παλαιάν ή νέαν μορφήν, εναυάγησαν, ούτω δε κατέστη αναπότρεπος η διάλυσίς του. Το εργοστάσιον ηγοράσθη υπό της εν Πειραιεί ομορρύθμου εμπορικής εταιρείας υπό την επωνυμίαν “Γεώργιος Χαλκιαδάκης-Αλ. Μασούρης-Βας. Χριστοδούλου και Σια” δυνάμει του υπ’ αριθμόν 958 της 13ης Απριλίου 1960 συμβολαίου του συμβολαιογράφου Αθηνών Ευαγγ. Ν. Γρηγορίου και αντί δραχμών 1.750.000. Κατά ρητόν όρον του συμβολαίου, η μεταβίβασις αφορά μόνον τα ακίνητα (οικόπεδα και κτίσματα), ενώ τα πάσης φύσεως μηχανήματα, οι μηχανικαί εγκαταστάσεις και τα λοιπά κινητά θα μεταβιβασθούν ιδιαιτέρως, υπαρχούσης προς τούτο ανειλημμένης υποχρεώσεως της αγοράστριας εταιρείας, δυνάμει του υπ’ αριθμόν 949/1960 προσυμφώνου του αυτού συμβολαιογράφου […] Ως γνωστόν μεταξύ των κτισμάτων του πωληθέντος εργοστασίου περιλαμβάνεται και το ναΐδριον της Αγίας Βαρβάρας. Δυνάμει ρητής διατάξεως του συμβολαίου, η Εταιρεία Οίνων “ουδεμίαν ευθύνην αναλαμβάνει δια τυχόν υπάρχοντα κωλύματα μεταβιβάσεως κυριότητος ή κατεδαφίσεως του εν τω περιβόλω του εργοστασίου ναϊδρίου”. Πράγματι η ισχύουσα νομοθεσία αναγνωρίζει δικαίωμα ιδιοκτησίας επί των ναών, εφ’ όσον, όμως, προορίζονται δια την εξυπηρέτησιν των θρησκευτικών αναγκών του ιδιοκτήτου και της οικογένειάς του. Ζήτημα επομένως γεννάται περί της δυνατότητος, κυρίως, κατεδαφίσεως του ναϊδρίου, δεδομένου, ότι σκοπός των αγοραστών είναι η οικοπεδοποίησις και περαιτέρω εκποίησις της πωληθείσης εκτάσεως. Εκ των όρων του συμβολαίου και εκ ασφαλών πληροφοριών προκύπτει, ότι σκοπός των αγοραστών είναι να εκποιήσουν τα μηχανήματα και λοιπάς εγκαταστάσεις του εργοστασίου. Περαιτέρω, κατά πάσαν πιθανότητα, η εναπομένουσα έκτασις μετά των κτισμάτων, θα πωληθή εν συνόλω ή μεμονωμένως. Ηδη οι αγορασταί έχουν απευθυνθεί, ως γνωστόν, εις τον Δήμον προκειμένου να αγοράση όλην την έκτασιν, επ΄αυτού δε εγένετο προκαταρκτική συζήτησις εις το Δημοτικόν Συμβούλιον με την προοπτικήν να μεταβληθή εις πάρκον. Επ’ αυτού όμως δεν υπήρξε συνέχεια, δεδομένου ότι υπό τα σημερινά δεδομένα, ο Δήμος στερείται διαθεσίμων κεφαλαίων. Εις περίπτωσιν, επομένως, ματαιώσεως της αγοράς υπό του Δήμου, η έκτασις θα οικοπεδοποιηθεί και θα πωληθή μεμονωμένως».
Χρήματα δεν υπήρχαν, χρηματοδότηση δεν υπήρξε, απαλλοτρίωση δεν έγινε και ως εκ τούτου τα 30 στρέμματα οικοπεδοποιήθηκαν και στο πέρασμα του χρόνου… τσιμεντοποιήθηκαν. Εμεινε μόνον μια «φωλιά» δίπλα στην Αγία Βαρβάρα στην οποία κατασκευάστηκε το κολυμβητήριο. Και η υπόθεση «πάρκο» σώθηκε μετά από 25 χρόνια με την κατασκευή του πάρκου σιδηροδρόμων, δίπλα ακριβώς. Αλλά σε μια εποχή κατά την οποία η πόλη είχε διαμορφωθεί. Για να λειτουργήσει για την πόλη αλλά τελικά εκ των πραγμάτων και ως «προίκα» για τους οικοπεδούχους και αγοραστές των 30 στρεμμάτων της «Ζαμ και Ρος». Ιστορίες για την πόλη, υποθέτω με ένα ενδιαφέρον…