Κυριακή, 27 Απριλίου 2025 20:45

Η νομιμότητα και ο ΟΗΕ «ναυάγησαν» στην ανατολική Μεσόγειο

Γράφτηκε από την

Η νομιμότητα και ο ΟΗΕ «ναυάγησαν» στην ανατολική Μεσόγειο

Του Χρήστου Καπούτση

«Η Ελλάδα έχει ένα σχέδιο εθνικής ασφάλειας για την αντιμετώπιση όχι μόνο μιας έμπρακτης αμφισβήτησης της κυριαρχίας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας, που προέρχεται από την Τουρκία, αλλά και τυχόν απειλών που θέτουν σε κίνδυνο την ευμάρεια των πολιτών, όπως κυβερνοεπιθέσεις κατά κρίσιμων κρατικών υποδομών, υβριδικές και τρομοκρατικές ενέργειες» (από το άρθρο του Υπουργού Εθνικής Άμυνας Νίκου Δένδια στην ειδική έκδοση “Turning Points – Global Agenda 2025” του Euro2day.gr σε συνεργασία με τους New York Times ).
Στο πλαίσιο της αποτροπής έμπρακτων αμφισβητήσεων, ιδιαίτερη σημασία έχει η συνεχιζόμενη επιθετική ρητορική και πρακτική της Τουρκίας μέσω του στρατηγικού δόγματος της «Γαλάζιας Πατρίδας». Η Τουρκία, επιδιώκει την ανατροπή του υφιστάμενου status quo στην Ανατολική Μεσόγειο και το Αιγαίο, θέτοντας υπό αμφισβήτηση τόσο τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα όσο και τις αρχές του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας (UNCLOS). Η στρατιωτική ισορροπία Ελλάδας – Τουρκίας αποτελεί κρίσιμο παράγοντα σταθερότητας, με την Αθήνα να επενδύει στην αναβάθμιση των δυνατοτήτων αποτροπής, μέσα από στρατηγικές αμυντικές συμφωνίες με ΗΠΑ, Γαλλία, Ισραήλ και Αίγυπτο. Οι συμφωνίες αυτές συνιστούν στρατηγικά πολλαπλασιαστές ισχύος και ενισχύουν τη γεωπολιτική σημασία της Ελλάδας, καθώς και την αξιοπιστία της ως εταίρου ασφάλειας στην ευρύτερη περιοχή.
Στην καρδιά της εθνικής αμυντικής πολιτικής εντάσσεται πλέον το νέο ολοκληρωμένο εξοπλιστικό δόγμα «Ασπίδα του Αχιλλέα». Πρόκειται για μια διακλαδική και πολυεπίπεδη αμυντική ασπίδα, αντιπυραυλική, αντιαεροπορική, αντι-drone, αντιπλοϊκή και ανθυποβρυχιακή άμυνα που καλύπτει το σύνολο της Ελληνικής Επικράτειας. Το νέο δόγμα εντάσσεται στο πλαίσιο της «Ατζέντας 2030», η οποία φιλοδοξεί να μετασχηματίσει ριζικά τις Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις, μεγιστοποιώντας την αποτρεπτική τους ισχύ, αλλά και την ανταποδοση του πρωτου πλήγματος, αφού οι Φρεγάτες Μπελαρά και τα μαχητικά Ραφάλ, θα είναι εφοδιασμένα με Στρατηγικά όπλα.
Η Τουρκία , παράλληλα, ενισχύει συστηματικά τις στρατιωτικές της δυνατότητες. Συγκεκριμένα: Επιδιώκει η Άγκυρα, την απόκτηση ευρωπαϊκών μαχητικών Eurofighter Typhoon και προηγμένων πυραύλων Meteor. Διατηρεί φιλοδοξία επανένταξης στο πρόγραμμα F-35, με αυξανόμενες ενδείξεις στήριξης από την αμερικανική εκτελεστική εξουσία, παρά τις επιφυλάξεις του Κογκρέσου.
Η τουρκική πολεμική βιομηχανία, ιδίως στον τομέα των μη επανδρωμένων αεροχημάτων (UAVs), καταγράφει αξιοσημείωτη πρόοδο με οπλικά συστήματα όπως τα Bayraktar TB2, AKINCI και το stealth drone-μαχητικό KIZILELMA.
Επιπροσθέτως, η Άγκυρα ενισχύει την επιρροή της σε κρίσιμες γεωγραφικές περιοχές. Η στρατηγική συμφωνία με τη Λιβύη για την οριοθέτηση θαλάσσιων ζωνών και η στρατιωτική της παρουσία στη βόρεια Συρία καταδεικνύουν τις ευρύτερες νεοοθωμανικές φιλοδοξίες για περιφερειακή ηγεμονία.
Η Κύπρος βρίσκεται επίσης σε καθεστώς αυξημένης απειλής, με τις τουρκικές διεκδικήσεις στην ΑΟΖ της να παραμένουν ενεργές και να συνοδεύονται από γεωτρητικές δραστηριότητες.
Οι πρόσφατες απειλές της Τουρκίας προς την Κυπριακή Δημοκρατία, με δηλώσεις περί «επανάληψης όσων έγιναν στο παρελθόν», δεν αποτελούν απλώς μια νέα έξαρση ρητορικής έντασης. Αντιθέτως, αποκαλύπτουν μια συνειδητή στρατηγική πίεσης, που εντάσσεται στο πλαίσιο των μακροχρόνιων τουρκικών επιδιώξεων στην Ανατολική Μεσόγειο.
Όταν ο Τούρκος υπουργός Άμυνας υπενθυμίζει ότι η Τουρκία είναι εγγυήτρια δύναμη και πως «αν χρειαστεί, θα κάνει ξανά ό,τι έκανε» στην Κύπρο, δεν πρόκειται για ιστορική αναφορά, αλλά για σαφή απειλή στρατιωτικής δράσης. Και όταν ο Τούρκος Υπουργός Εξωτερικών δηλώνει ότι το μοντέλο της ομοσπονδίας έχει «τελειώσει», προδιαγράφει την προσπάθεια της Άγκυρας να επιβάλει λύση δύο κρατών στην Κύπρο, μια εξέλιξη που ισοδυναμεί με διχοτόμηση με διεθνή σφραγίδα.
Οι δηλώσεις αυτές των κυβερνητικών αξιωματούχων της Τουρκίας, είναι στον πυρήνα της αναθεωρητικής πολιτικής της Τουρκίας, σε μια περίοδο, που η Άγκυρα επιδιώκει να εξασφαλίσει πρόσβαση και επιρροή στις ενεργειακές εξελίξεις της Ανατολικής Μεσογείου.
Η Κύπρος, όπως και το τρίγωνο Ελλάδας–Ισραήλ–Αιγύπτου, εξελίσσεται σε σημαντικό ενεργειακό και γεωπολιτικό κόμβο.
Η Τουρκία, στην προσπάθειά της να εδραιώσει την εικόνα μιας αναδυόμενης περιφερειακής υπερδύναμης, έχει καταφύγει σε μια επιθετική, αναθεωρητική στρατηγική στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή. Μια στρατηγική που βασίζεται όχι στην ενσωμάτωση της σε πολυμερή σχήματα συνεργασίας, αλλά στον αποκλεισμό, τη στρατιωτικοποίηση της εξωτερικής πολιτικής και την επιλεκτική ερμηνεία του διεθνούς δικαίου.
Το γεγονός ότι η Τουρκία αυτοαποκλείστηκε από σχήματα όπως το EastMed Gas Forum, το σχήμα 3+1 (Ελλάδα–Κύπρος–Ισραήλ + ΗΠΑ) και άλλες περιφερειακές πρωτοβουλίες, δεν οφείλεται σε "αποκλεισμό" από τρίτους, όπως ισχυρίζεται η τουρκική διπλωματία. Αντιθέτως, αποτελεί συνέπεια της νεοοθωμανικής και επεκτατικής της στάσης, που αντιβαίνει στις αρχές συνεργασίας και σεβασμού των συνόρων.
Η Κύπρος, μέσα σε αυτό το πλαίσιο, λειτουργεί για την Τουρκία ως εργαλείο προβολής ισχύος. Η απειλή προς τη Λευκωσία δεν απευθύνεται μόνο στην Κυπριακή Δημοκρατία, την οποία άλλωστε δεν αναγνωρίζει, αλλά είναι ένα έμμεσο μήνυμα προς την Αθήνα: ότι η Τουρκία, ανεξάρτητα από διαλόγους και Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης, διατηρεί το «δικαίωμα» να ενεργεί μονομερώς και, αν χρειαστεί, στρατιωτικά. Το δόγμα αυτό, αποτελεί την θεσμοθετημένη πλέον στρατηγική του τετελεσμένου, που η Τουρκία εφαρμόζει εδώ και δεκαετίες, σε βάρος γειτονικών κρατών της, όπως Ελλάδα, Κύπρος, Συρία, Ιράκ, Κουρδιστάν.
Η τουρκική αφήγηση περί «προστασίας των Τουρκοκυπρίων» αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης ιδεολογικο-στρατηγικής κατασκευής. Ο Ερντογάν επιχειρεί να εμφανιστεί ως προστάτης των μουσουλμανικών πληθυσμών, από τη Μεσόγειο έως τη Μαύρη Αφρική και τη Μέση Ανατολή. Η Κύπρος, η Συρία, η Λιβύη, το Κατάρ, ακόμη και τμήματα της Σαχέλ, εντάσσονται σε έναν ενιαίο στρατηγικό ορίζοντα που αποκαλύπτει το όραμα μιας τουρκοκεντρικής περιφερειακής τάξης.
Το πρόβλημα δεν είναι μόνο ελληνοτουρκικό ή κυπριακό. Είναι διαρθρωτικό και αφορά την παγκόσμια αδυναμία εφαρμογής του Διεθνούς Δικαίου σε περιοχές υψηλού γεωστρατηγικού ανταγωνισμού. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Ρωσία και η Κίνα, αν και ισχυροί δρώντες στην περιοχή, προσεγγίζουν το κυπριακό και την τουρκική επιθετικότητα μέσα από το πρίσμα των δικών τους γεωπολιτικών συμφερόντων, θεωρώντας «παρωνυχίδα» την εφαρμογή των ψηφισμάτων του ΟΗΕ για την Κύπρο.
Έτσι, δημιουργείται μια ζώνη στρατηγικής ασάφειας, όπου η Τουρκία κινείται χωρίς ουσιαστικό έλεγχο επιχειρώντας τη η νομιμοποίηση του αναθεωρητισμού και την στρατιωτικοποίηση της εξωτερικής πολιτικής της.
Το πραγματικό ερώτημα δεν είναι αν η Τουρκία «θα κάνει ξανά ό,τι έκανε» στην Κύπρο, αλλά ποιος θα την αποτρέψει;