Δευτέρα, 04 Αυγούστου 2025 18:33

Ο Αχιλλέας και η Βρισιήδα

Γράφτηκε από τον

Ο Αχιλλέας και η Βρισιήδα

Του Γιάννη Α. Μπίρη

Ο Πολύγνωτος, γιος του Αγλαοφώντα, ήταν διάσημος αρχαίος Έλληνας ζωγράφος που έζησε στα μέσα του 5ου αιώνα π.Χ. και καταγόταν από τη Θάσο. Δημιούργησε τα έργα του στην Αθήνα και τιμήθηκε εκεί με τον τίτλο του Αθηναίου πολίτη. Ο Παυσανίας αναφέρει ότι στους Δελφούς υπήρχε μια εικόνα μιας όμορφης, καλοντυμένης ψηλής, καστανής γυναίκας, με λαμπερό βλέμμα και σμιχτά φρύδια, της ομηρικής Βρισηίδας, έργο του Πολυγνώτου.

Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία, η Βρισηίδα ήταν κόρη του Βρισέα, βασιλιά των Λελέγων, ιερέα της πόλεως Λυρνησσού, από τον οποίο πήρε αυτό το προσωνύμιο. Το πραγματικό όνομά της ήταν Ιπποδάμεια. Ο Βρισέας ήταν αδελφός του Χρύση, ιερέα του Απόλλωνα και πατέρα της Χρυσηίδας.

Ο Αχιλλέας με τους Μυρμιδόνες του, μετά την αποβίβαση και την εδραίωσή τους στα παράλια της Τρωάδας, άρχισαν να λεηλατούν την ύπαιθρο, να κατακτούν τις παρακείμενες στην Τροία συμμαχικές της πόλεις, ακόμη και να λεηλατούν τις απέναντι θρακικές ακτές. Στόχος τους, εκτός των λαφύρων, ήταν και η αποδυνάμωση της τροφοδοσίας της Τροίας. Έτσι ο Αχιλλέας πολιόρκησε και κατέστρεψε την Λυρνησσό, σκότωσε τον Μύνητα, σύζυγο της Βρισηίδας και τα τρία αδέρφια της και την πήρε μαζί του αιχμάλωτη. Ο Πάτροκλος, προσπαθώντας να παρηγορήσει την όμορφη γυναίκα, της υποσχέθηκε ότι θα την παντρέψει με τον πανίσχυρο απαγωγέα της. Έτσι αυτή έγινε η ευνοούμενη σκλάβα του Αχιλλέα.

Ταυτόχρονα ο Αχιλλέας επιτέθηκε, πολιόρκησε και κατέλαβε και την Υποπλάκια Θήβα, που πολύ νωρίτερα είχε χτίσει ο Ηρακλής και ανάμεσα στα άλλα λάφυρα πήρε και τη Χρυσηίδα, κόρη του Απολλώνιου ιερέα Χρύση. Αυτή ονομαζόταν Αστυνόμη αλλά έμεινε γνωστή από το όνομα του πατέρα της Χρύση. Αυτήν πρόσφερε ο Αχιλλέας ως τιμητικό δώρο, γέρας, ως παλλακίδα στον Αγαμέμνονα.

Όμως, ο πατέρας της Χρυσηίδας παρουσιάστηκε στον Αγαμέμνονα και προσπάθησε να του αποσπάσει από τα χέρια τον την κόρη του προσφέροντάς του δώρα. Ο αρχηγός των Αχαιών αρνήθηκε και έδιωξε με άσχημο τρόπο τον γέροντα ιερέα του Απόλλωνα. Αυτό εκλήφθηκε όμως ως ύβρις και ασέβεια προς τον θεό Απόλλωνα. Όταν ο Χρύσης γύρισε στον ναό, δεήθηκε στον Απόλλωνα και του ζήτησε να καταστρέψει τον στρατό του Αγαμέμνονα. Ο Απόλλωνας, άκουσε την προσευχή του ιερέα του και έριξε λοιμό στο στρατόπεδο των Αχαιών, για εννέα ημέρες. Για να σταματήσει ο λοιμός έπρεπε ο Αγαμέμνονας να επιστρέψει την Χρυσηίδα στον ιερέα-πατέρα της και μάλιστα χωρίς ανταλλάγματα. Ο Αγαμέμνονας δεν μπορούσε να κάνει διαφορετικά.

Η συνέλευση των Αχαιών τον υποχρέωσε, ύστερα από συμβουλή του μάντη Κάλχα, να επιστρέψει τη Χρυσηίδα στον πατέρα της. Ο Οδυσσέας ανέλαβε να οδηγήσει πίσω στον πατέρα της την κόρη. Όταν έφτασαν στο λιμάνι της Χρύσης ξεφόρτωσαν και δώρα και τελευταία βγήκε η Χρυσηίδα. Την παρέδωσε τελετουργικά στον πατέρα της ο αρχηγός της αποστολής, Οδυσσέας. Και αμέσως ο Χρύσης τέλεσε θυσίες και προσευχήθηκε στον Απόλλωνα, τον ευχαρίστησε για την τιμή που του έκανε να εισακούσει την προσευχή του.

Τότε όμως, ο Αγαμέμνονας έστειλε αγγελιοφόρους στον Αχιλλέα, τον Ταλθύβιο και τον Ευρυβάτη, που ζήτησαν και πήραν τη Βρισηίδα. Αυτός βέβαια ήταν ένας από τους λόγους που ο Αχιλλέας θύμωσε και ζήτησε από τη Θέτιδα, τη νηρηίδα μητέρα του, να μιλήσει στους θεούς και να τιμωρήσει τον Αγαμέμνονα. Έδωσε δε όρκο, να μη συμμετέχει πια στις μάχες των Αχαιών. Ακριβώς με αυτόν τον θυμό, την οργή, του Αχιλλέα αρχίζει και η Ιλιάδα του Ομήρου:

Μῆνιν ἄειδε θεὰ Πηληϊάδεω Ἀχιλῆος
οὐλομένην, ἣ μυρί᾿ Ἀχαιοῖς ἄλγε᾿ ἔθηκε,
πολλὰς δ᾿ ἰφθίμους ψυχὰς Ἄϊδι προΐαψεν
ἡρώων, αὐτοὺς δὲ ἑλώρια τεῦχε κύνεσσιν

Σε μετάφραση:
Την οργή, τραγούδα μας θεά, του ξακουστού Πηλείδη Αχιλλέα,
που ανάθεμα τη, που περίσσιες πίκρες έδωσε στους Αχαιούς
και πολλές αντρειωμένες ψυχές ηρώων έστειλε κάτω στον Άδη,
ρίχνοντας τα κορμιά τους να τα φάνε τα σκυλιά

Ο Αχιλλέας κράτησε τον όρκο του κι αποσύρθηκε από τη μάχη. Αυτό στοίχισε στους Αχαιούς, με αποτέλεσμα, με τη συμβολή και των θεών που κατεύθυναν τις τύχες του πολέμου, οι Τρώες να νικούν και πολλοί Αχαιοί να σκοτώνονται και τα σώματά τους να γίνονται βορά σε ζώα και πουλιά. Άρχισαν να υποχωρούν και έφτασαν σχεδόν μέχρι να επιβιβαστούν ξανά στα πλοία τους, καταδιωκόμενοι από τους Τρώες. Μετά από σύσκεψη των Αχαιών και με τη συμβουλή του Νέστορα, αποφασίστηκε να συμφιλιωθεί ο Αγαμέμνονας με τον Αχιλλέα.

Ο Αγαμέμνονας, μαζί με πολλά άλλα δώρα, επέστρεψε στον Αχιλλέα τη Βρισηίδα και πήρε μάλιστα όρκο ότι όσο αυτή έμεινε κοντά του, δεν την είχε αγγίξει. Για να εξευμενίσει τον Αχιλλέα έστειλε τον Αίαντα και τον Οδυσσέα να του υποσχεθούν ότι, όταν γυρίσουν από την Τροία στην πατρίδα, θα ήθελε να τον κάνει γαμπρό του, αφού θα του δώσει ως σύζυγο, όποια από τις τρεις κόρες του, τη Χρυσοθέμη, τη Λαοδίκη ή την Ιφιάνασσα. διαλέξει. Η προίκα ήταν μεγάλη αφού του πρόσφερε επτά πολιτείες της Μεσσηνίας, που όπως φαίνεται είχε στην κυριαρχία του.
ἑπτὰ δέ οἱ δώσω εὖ ναιόμενα πτολίεθρα,
150 Καρδαμύλην Ἐνόπην τε καὶ Ἱρὴν ποιήεσσαν,
Φηράς τε ζαθέας ἠδ᾽ Ἄνθειαν βαθύλειμον,
καλήν τ᾽ Αἴπειαν καὶ Πήδασον ἀμπελόεσσαν.
πᾶσαι δ᾽ ἐγγὺς ἁλός, νέαται Πύλου ἠμαθόεντος·

Σε μετάφραση:
Θα του δώσω επτά καλά κατοικημένες πολιτείες,
την Καρδαμύλη και την Ενόπη και την καταπράσινη Ιρή
και τις ιερές Φαρές και την Άνθεια με τα βαθειά λειβάδια
και την όμορφη Αίπεια και την Πήδασο με τα πολλά αμπέλια.
Όλες είναι παραθαλάσσιες, κοντινές στην αμμουδερή Πύλο.

Όσο διαρκούσε η διαπραγμάτευση μεταξύ των Αχαιών, οι ήττες τους από τους Τρώες συνεχίζονταν. Και πάλι με συμβουλή του Νέστορα, ο Πάτροκλος ζήτησε από τον Αχιλλέα να φορέσει αυτός την πανοπλία του και μαζί με τους Μυρμιδόνες να βγει «αντ’ αυτού» στη μάχη. Ο Αχιλλέας δέχθηκε. Όταν ο Πάτροκλος ντυμένος Αχιλλέας βγήκε στο πεδίο της μάχης, οι Τρώες τρομοκρατημένοι, υποχώρησαν ξανά στα τείχη τους αφού νόμιζαν ότι είχαν μπροστά τους τον τρομερό Αχιλλέα. Στις μάχες της καταδίωξης όμως, ο Πάτροκλος βρήκε τον θάνατο από τον Έκτορα.

Η Βρισηίδα, μόλις αντίκρυσε τον νεκρό Πάτροκλο, τον θρήνησε, επειδή αυτός της είχε φερθεί με καλοσύνη.. Ταυτόχρονα ανακάλεσε στη μνήμη της τις δικές της των αδελφών και του άνδρα της. Ο θρήνος της Βρισηίδας για τον Πάτροκλο ήταν και μια υπόμνηση των υποσχέσεων του Πατρόκλου περί γάμου της με τον Αχιλλέα. Ο Όμηρος αναφέρει για τη Βρισηίδα ότι ήταν ένα θείο πλάσμα με αγνά συναισθήματα. Είχε ερωτευτεί τον Αχιλλέα και πολλές φορές καθόταν με τον Πάτροκλο και σχεδίαζαν τον γάμο της με τον Αχιλλέα στο Πήλιο.

Αφού σκοτώθηκε ο Πάτροκλος, ο Αχιλλέας ξαναμπήκε οργισμένος στη μάχη με μοναδικό σκοπό να σκοτώσει τον Έκτορα και παρά την προειδοποίηση της μητέρας του, της Θέτιδας, ότι αυτό θα του κοστίσει τη ζωή. Αφού ο Αχιλλέας σκότωσε τον Έκτορα και έσυρε το πτώμα του γύρω από τα τείχη της Τροίας, άλλαξαν πια οι ισορροπίες ανάμεσα στους δυο στρατούς και οι Τρώες κατέφυγαν και πάλι στο κάστρο της πόλης τους.

Η Βρισηίδα ήταν και παρέμεινε ευνοούμενη δούλη του Αχιλλέα, την οποία, παρά τις υποσχέσεις του Πάτροκλου, δεν παντρεύτηκε ποτέ και φυσικά δεν απέκτησαν παιδιά. Αυτή απέδωσε τις πρέπουσες νεκρικές τιμές στον Αχιλλέα, έκοψε τους πλοκάμους από τα μαλλιά της και κατά μία εκδοχή, τελικά πέθανε και η ίδια πάνω στον τάφο του, προτιμώντας τον θάνατο από το να συνεχίσει να ζει στο πλευρό κάποιου άλλου άνδρα.