Δευτέρα, 14 Ιουλίου 2025 21:00

Η Mυκηναϊκή Πύλος (β’ μέρος)

Γράφτηκε από τον

Η Mυκηναϊκή Πύλος (β’ μέρος)

Του Γιάννη Α. Μπίρη

Ο γρύπας ήταν μια μυθολογική μορφή με σώμα λιονταριού, κεφάλι και φτερά αετού. Στον ασύλητο τάφο του Άνω Εγκλιανού, ο γρύπας απεικονίζεται σε ένα ελεφαντοστέινο πλακίδιο, το οποίο βρέθηκε στα πόδια του νεκρού πολεμιστή. Ο Μινωικός σφραγιδόλιθος από αχάτη με λεπτομερή παράσταση μάχης ανάμεσα στους τρεις πολεμιστές, είναι ένα καλλιτεχνικό αριστούργημα που ξεχωρίζει ανάμεσα στα κτερίσματα του «Γρύπα Πολεμιστή». Τόσο ο σφραγιδόλιθος όσο και τέσσερα χρυσά δαχτυλίδια με λεπτομερείς εικόνες από τη μινωική μυθολογία αποτελούν απτή απόδειξη της συνέχειας των δύο πολιτισμών.
Ο εκ των ανασκαφέων Τζακ Ντέιβις αναφερόμενος στα ευρήματα που εκτέθηκαν το 2025, αναφέρει:
«Ο Γρύπας Πολεμιστής αποτελεί σημαντικό μέρος της έκθεσης, αλλά εξίσου σημαντικό είναι και το ίδιο το ανάκτορο του Νέστορα, καθώς και έντεκα ηγεμονικά κέντρα που έχουν ερευνηθεί τα τελευταία χρόνια από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Μεσσηνίας και την Αρχαιολογική Εταιρεία Αθηνών».
Ακριβώς αυτή η διατύπωση δείχνει και τη διοικητική οργάνωση του μυκηναϊκού βασιλείου της Πύλου. Με κέντρο το ανάκτορο είχαν αναπτυχθεί περιμετρικά, περίπου σε μια σπείρα, μια σπειροειδή καμπύλη, σε οικισμούς, τα υπόλοιπα ηγεμονικά κέντρα του. Αυτοί οι τοπικοί ηγεμόνες, τελικά ενοποιήθηκαν στο Βασίλειο της Πύλου, που επιβίωσε περίπου μέχρι το 1180 π.Χ..
Η δυναστεία της Πύλου, όπως και οι άλλοι βασιλικοί οίκοι των Μυκηναίων, είχε τις παραδόσεις της που έδειχναν τη θεϊκή καταγωγή τους. Για τους Πύλιους γενάρχης ήταν ο Νηλέας, γιος του Ποσειδώνα και της Τυρούς, συζύγου του Κρηθέα, βασιλιά και ιδρυτή της Ιωλκού, στους πρόποδες του Πηλίου. Ο Ποσειδώνας αφού πήρε τη μορφή του ποταμού Ενιπέα, εξαπάτησε την Τυρώ που ήταν κρυφά ερωτευμένη με αυτόν. Από αυτή την παράνομη σχέση η Τυρώ γέννησε δίδυμα, τον Νηλέα και τον Πελία. Επειδή όμως τα παιδιά ήταν εκτός γάμου, η Τυρώ τα εγκατέλειψε αμέσως για να μην μάθει ο Κρηθέας τη γέννηση τους. Τα δίδυμα ανατράφηκαν από μια φοράδα που είχε στείλει ο Ποσειδώνας γι’ αυτόν τον σκοπό και αργότερα από έναν βοσκό. Ο Πελίας μεγαλώνοντας σφετερίστηκε τον θρόνο του πατέρα του και εξόρισε τον αδελφό του. Ο Νηλέας έφυγε από την Ιωλκό, κατέφυγε στη Μεσσηνία και ίδρυσε την Πύλο. Παντρεύτηκε τη Χλωρίδα, πριγκίπισσα των Επειών και κόρη του Αμφίωνα, από τα βόρεια της Ήλιδας, με την οποία απέκτησε μια κόρη και πολλούς γιους, μεταξύ αυτών και τον Νέστορα. Αφού οι Νηλείδες εγκαταστάθηκαν στην Πύλο, έφτασε εκεί ο Ηρακλής ζητώντας από τον Νηλέα να τον εξαγνίσει από τον φόνο του Ιφίτου. Ο Νηλέας αρνήθηκε και τότε ο Ηρακλής τον σκότωσε μαζί με έντεκα παιδιά του! Ο Νέστορας δεν βρισκόταν όμως τότε στο παλάτι, αφού είχε πάει στη Γερηνία και γλύτωσε. Έτσι αυτός συνέχισε τον βασιλικό οίκο της Πύλου.
Αλλά και οι άλλες μυκηναϊκές θέσεις του βασιλείου των Νηλειδών στη Μεσσηνία, έχουν δώσει σημαντικά ευρήματα, με περίτεχνα χαραγμένους σφραγιδόλιθους, μοναδικής τέχνης χρυσά αντικείμενα, περίπλοκα όπλα. Τέτοιες θέσεις είναι η Περιστεριά, η Κουκουνάρα, η Τραγάνα, το Βλαχόπουλο, ο Δάρας και η Άνθεια.
Για την έρευνα στον λόφο του Άνω Εγκλιανού από τη Σάρον Στόκερ και τον Τζακ Ντέιβις αυτός εξηγεί:
«Η ανασκαφή είναι μόνο η αρχή της αρχαιολογικής έρευνας. Η διαδικασία που οδηγεί σε μια έκθεση απαιτεί εκτεταμένη συντήρηση των αρχαιοτήτων, καθώς και τη συστηματική επιστημονική τους μελέτη, ώστε να μπορούν να περιγραφούν και να ερμηνευτούν σωστά».
Τα ευρήματα, σύμφωνα με τους ανασκαφείς, τους επέτρεψαν να έχουν, όπως υποστηρίζουν, «την πληρέστερη εικόνα για τη Μεσσηνία όσον αφορά τις εξελίξεις που οδήγησαν στη δημιουργία των μυκηναϊκών ανακτόρων σε όλη την Ελλάδα, συμπεριλαμβανομένης της Αργολίδας».
Στη γειτονική Ίκλαινα, ο Μιχαήλ Κοσμόπουλος, καθηγητής και κάτοχος της Διακεκριμένης Έδρας («Endowed Chair») Ελληνικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Μιζούρι-Σαιντ Λούις στις ΗΠΑ, μπήκε επικεφαλής των ανασκαφών της Αρχαιολογικής Εταιρείας εκεί και αναφέρει:
«Ζούμε σε έναν κόσμο στον οποίο ο θεσμός του κράτους διαπερνά κάθε πτυχή της ζωής μας, αλλά δεν ήταν πάντα έτσι. Η μετάβαση από έναν κόσμο χωρίς κράτη σε έναν κόσμο στον οποίο το κράτος είναι ο κυρίαρχος πολιτικός θεσμός αποτελεί ένα από τα πιο συναρπαστικά κεφάλαια στην ανθρώπινη ιστορία. Στον δυτικό πολιτισμό, το κεφάλαιο αυτό γράφεται στη μυκηναϊκή Ελλάδα και οι ανασκαφές στην Ίκλαινα ρίχνουν νέο φως στους μηχανισμούς που οδήγησαν στη δημιουργία του. Οι μηχανισμοί αυτοί είναι πολύπλοκοι, αλλά εκείνο που διαπιστώνουμε είναι ότι η κινητήρια δύναμη πίσω από τη δημιουργία των πρώτων κρατών δυστυχώς ήταν ο πόλεμος και η βίαιη ενσωμάτωση εδαφών από ισχυρούς ηγεμόνες».
Οι πρώτες, ολιγοήμερες ανασκαφές στην Ίκλαινα έγιναν το 1954 από τον Σπυρίδωνα Μαρινάτο. Αυτός ανακάλυψε τμήματα μνημειώδους κτηρίου, που το περιέγραψε ως ανάκτορο, έναν δρόμο και κυκλώπεια τείχη. Μέχρι το 1990 δεν υπήρχε καμία δραστηριότητα στην περιοχή. Τότε, ο καθηγητής Γεώργιος Κορρές ενέταξε τη θέση στον κατάλογο των παλαιών ανασκαφών του Μαρινάτου που έχρηζαν περαιτέρω έρευνας και πρότεινε στον Μιχάλη Κοσμόπουλο να τη συνεχίσει. Τότε ιδρύθηκε το Αρχαιολογικό Πρόγραμμα Ίκλαινας, που εποπτεύεται από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Μεσσηνίας και βρίσκεται υπό την αιγίδα της Αρχαιολογικής Εταιρείας. Οι ανασκαφές στην Ίκλαινα χρηματοδοτούνται από το Πανεπιστήμιο του Missouri-St.Louis, το Ινστιτούτο Προϊστορίας του Αιγαίου, τη National Geographic Society, τα Εθνικά Συμβούλια για τις Ανθρωπιστικές (National Endowment for the Humanities) και τις Θετικές (National Science Foundation) Επιστήμες των ΗΠΑ.
Οι ανασκαφές στην Ίκλαινα έφεραν στο φως ένα από τα σημαντικά ηγεμονικά κέντρα της περιοχής. Εκεί αποκαλύφθηκαν τα ίχνη δύο κτηρίων: Ένα μεγαλοπρεπές διώροφο ή τριώροφο κτηριακό συγκρότημα με τρεις πτέρυγες κτισμένες γύρω από αυλή και ένα άλλο επίσης μνημειώδες κτήριο, ανατολικά του πρώτου. Ανάμεσά τους υπήρχε πλακόστρωτη πλατεία και ένα υπαίθριο ιερό, ενώ γύρω τους απλωνόταν ο οικισμός, με σπίτια και εργαστήρια. Εκτός από τα κατάλοιπα από τα δύο κτήρια, η ενσωμάτωση του ηγεμονικού κέντρου της Ίκλαινας στο μυκηναϊκό βασίλειο της Πύλου, έκανε τη θέση ιδιαίτερα σημαντική.
Ο ανασκαφέας καθηγητής συνεχίζει:
«Η ιστορική πορεία της Ίκλαινας φανερώνει συνεχή άνθηση μέχρι τη βίαιη ενσωμάτωσή της από τον ηγεμόνα του ανακτόρου του Νέστορα. Στη διάρκεια των τεσσάρων αιώνων της ζωής της Ίκλαινας, οι σχέσεις των δύο πόλεων ήταν πολυσχιδείς και άλλαζαν, ανάλογα με τα οικονομικά και πολιτικά δεδομένα».
Σύμφωνα με τον Μιχάλη Κοσμόπουλο, η Ίκλαινα φαίνεται ότι ήταν ανεξάρτητη πρωτεύουσα ηγεμονίας ή κρατιδίου που προσαρτήθηκε από τον ηγεμόνα του γειτονικού ανακτόρου του Άνω Εγκλιανού. Τα μνημειώδη κτήρια προέρχονται από αυτήν τη φάση του οικισμού, ο οποίος καταστράφηκε βίαια κατά τη διάρκεια της Υστεροελλαδικής ΙΙΙΒ περιόδου, δηλαδή μεταξύ 1300-1200 π.Χ., όταν ο ηγεμόνας του Άνω Εγκλιανού την ενσωμάτωσε στο βασίλειό του.
Και ο καθηγητής εξηγεί:
«Μπορούμε να παρακολουθήσουμε την ιστορική της διαδρομή από απλό χωριό, στα τέλη της Μέσης Εποχής του Χαλκού, σε ισχυρή πρωτεύουσα κατά την ακμή της μυκηναϊκής περιόδου. Δηλαδή, από το 1550 μέχρι το 1300/1250 π.Χ. περίπου, η Ίκλαινα σταδιακά εξελίσσεται από πρωτεύουσα ηγεμονίας σε πρωτεύουσα κρατιδίου».
Για το αν υπήρχαν παρόμοιες «μεταβάσεις» και σε άλλες γνωστές μυκηναϊκές θέσεις, ο Μιχάλης Κοσμόπουλος σημειώνει:
«Είναι δύσκολο να εξάγουμε γενικά συμπεράσματα για άλλες μυκηναϊκές θέσεις, γιατί δυστυχώς πολύ λίγοι οικισμοί έχουν ανασκαφεί συστηματικά. Ένα από τα ζητούμενα της μυκηναϊκής αρχαιολογίας είναι η ανασκαφή μη ανακτορικών θέσεων, για να μπορέσουμε να συγκρίνουμε την ιστορική τους πορεία με εκείνη των μεγάλων ανακτορικών κέντρων».
Κατά τον ανασκαφέα της, η Ίκλαινα, λόγω της τελικής προσάρτησής της στο ανάκτορο του Άνω Εγκλιανού, δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως ανακτορικό κέντρο. Εκεί όμως, το 2010, βρέθηκε μια πινακίδα που χαρακτηρίστηκε ως η «αρχαιότερη πινακίδα Γραμμικής Β στην Ευρώπη». Πρόκειται για μια πινακίδα με καταλόγους προϊόντων στη μία πλευρά και ανδρικών ονομάτων στην άλλη, που χρονολογείται γύρω στο 1400-1300 π.Χ.
Όμως η αρχαιότερη γραφή Γραμμικής Β μέχρι τώρα, έχει βρεθεί από τους Ξένη Αραπογιάννη, Jorg Rambach και Ι. Godart το 1994, χαραγμένη στο «βότσαλο της Καυκανιάς», ενός ημιορεινού χωριού κοντά στην Ολυμπία. (Πολυξένη Αραπογιάννη, Jörg Rambach, L. Godart, “Η μυκηναϊκή επιγραφή της Καυκανιάς”, Πρακτικά Ακαδημίας Αθηνών 70, 1995, 251-254).
Η ανασκαφική έρευνα στην Ίκλαινα συνεχίζεται και έχει ξεκινήσει τη διαδικασία αναστήλωσης, προστασίας και ανάδειξης του αρχαιολογικού χώρου.