Είναι η στιγμή να μπει ο αγροτικός τομέας στην κορυφή της πολιτικής ατζέντας – όχι με λόγια, αλλά με σχέδιο, βάθος και διάρκεια, τονίζει, μιλώντας στην «Ε», η πρώην υπουργός και υπεύθυνη πολιτικού σχεδιασμού του ΠΑΣΟΚ, Άννα Διαμαντοπούλου, η οποία παρουσίασε την Τετάρτη στην Καλαμάτα βασικά σημεία του προγράμματος του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Η Άννα Διαμαντοπούλου, αναφερόμενη σε ζητήματα της Μεσσηνίας, υποστήριξε ότι χρειάζεται ειδικό περιφερειακό σχέδιο, προσαρμοσμένο στους πλουτοπαραγωγικούς πόρους, για την ανάπτυξή της. Σχολιάζοντας το γενικότερο πολιτικό κλίμα, επισήμανε ότι βρισκόμαστε σε μια περίοδο μεγάλης ρευστότητας του πολιτικού συστήματος, ίσως τη μεγαλύτερη από τη Μεταπολίτευση, τονίζοντας ότι, σε μια κοινωνία γεμάτη οργή λόγω της καθημερινής δυσκολίας, το κρίσιμο ζητούμενο είναι η πολιτική αξιοπιστία.
Απαντώντας, τέλος, σε σενάρια μετεκλογικών συνεργασιών, επανέλαβε ότι ο μόνος στόχος είναι το ΠΑΣΟΚ να είναι πρώτο κόμμα στις επόμενες εκλογές, έστω και με μία ψήφο.
- Για να φτάσετε στην Καλαμάτα αναγκαστήκατε να κινηθείτε μέσω παρακαμπτήριων λόγω των αγροτικών μπλόκων. Οι πολίτες προφανώς ταλαιπωρούνται. Θεωρείτε ότι αυτού του τύπου οι κινητοποιήσεις πιέζουν αποτελεσματικά την κυβέρνηση ή τελικά στρέφουν την κοινωνία απέναντι στους αγρότες;
Η κατάσταση στον αγροτικό τομέα σήμερα δεν έχει καμία σχέση με το παρελθόν. Βρισκόμαστε ουσιαστικά στο σημείο μηδέν. Η φυτική παραγωγή και η κτηνοτροφία δεν μπορούν να συζητηθούν με όρους μεταρρυθμίσεων, αν πρώτα δεν αντιμετωπιστούν τα άμεσα και οξυμένα προβλήματα επιβίωσης των αγροτών.
Από τη μία πλευρά, υπάρχει η γνωστή πλέον λίστα αιτημάτων που η κυβέρνηση προσποιήθηκε ότι αγνοεί: καθυστερήσεις και αδιαφάνεια στις επιδοτήσεις, καθυστερήσεις στις πληρωμές, αλλά κυρίως το τεράστιο κόστος παραγωγής – ενέργεια, ζωοτροφές, λιπάσματα – που οδηγεί χιλιάδες παραγωγούς σε οικονομικό αδιέξοδο.
Από την άλλη πλευρά, υπάρχει το δεύτερο και ακόμη πιο κρίσιμο επίπεδο: οι μεγάλες, αναγκαίες μεταρρυθμίσεις. Η πολιτική γης και η τράπεζα γης, ένα διαχρονικό και άλυτο πρόβλημα για τη χώρα. Η αναδιάρθρωση των καλλιεργειών με βάση τις νέες κλιματικές και αγορές συνθήκες. Ο ψηφιακός μετασχηματισμός της αγροτικής παραγωγής, που προχωρά σε όλη την Ευρώπη αλλά στην Ελλάδα μένει αποσπασματικός. Η οργάνωση συλλογικών σχημάτων, γιατί δεν μπορεί ο κάθε αγρότης να παλεύει μόνος του. Οι σοβαρές ελλείψεις εργατικού δυναμικού. Και, τέλος, η εμπορία των προϊόντων και η θέση του παραγωγού στην αλυσίδα αξίας.
Άμεσα προβλήματα και μεγάλες μεταρρυθμίσεις συνυπάρχουν και αλληλεξαρτώνται. Και αυτό μας οδηγεί σε ένα καθαρό συμπέρασμα: τώρα είναι η στιγμή να μπει ο αγροτικός τομέας στην κορυφή της πολιτικής ατζέντας – όχι με λόγια, αλλά με σχέδιο, βάθος και διάρκεια.
- Το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ και η διαχείριση των επιδοτήσεων αποτελούν αναμφίβολα σοβαρό ζήτημα για τον αγροτικό τομέα. Ωστόσο, το κρίσιμο ερώτημα αφορά τη συνολική ανασυγκρότηση του πρωτογενούς τομέα. Είναι αυτό εφικτό και μέσα από ποιες πολιτικές;
Το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ αποτυπώνει πλέον μια βαθιά και εδραιωμένη διαπλοκή και διαφθορά, που ξεκινά από το πολιτικό σύστημα και τη διοίκηση και διαχέεται στον ιδιωτικό τομέα, σε οργανισμούς, πρόσωπα και κομματικούς μηχανισμούς. Είναι ακριβώς αυτό που εδώ και επτά χρόνια η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας δήθεν δεν αντιλαμβάνεται – και στην πράξη, με τη στάση της, το ανέχθηκε ή το υπέθαλψε. Βρισκόμαστε, λοιπόν, μπροστά σε ένα σκάνδαλο μεγάλων διαστάσεων, που έχει οδηγήσει τους αγρότες στα όριά τους, γεμάτους οργή και αγανάκτηση. Και αυτό δεν είναι τυχαίο: όταν οι επιδοτήσεις γίνονται εργαλείο πελατειακών σχέσεων και όχι αναπτυξιακής πολιτικής, το σύστημα τελικά καταρρέει πάνω στους ίδιους τους παραγωγούς.
Οι μεγάλες ανατροπές μπορούν να γίνουν – όπως έγιναν σε χώρες που τόλμησαν. Εργάζομαι εδώ και χρόνια με το ΔΙΚΤΥΟ( το Ινστιτούτο που έχω ιδρύσει)) πάνω στη μεταρρύθμιση του αγροτικού τομέα και έχουμε παρουσιάσει συγκριτική μελέτη Ελλάδας, Ολλανδίας και Ισραήλ, που αποδεικνύει ότι το κεντρικό ζήτημα είναι ο εκσυγχρονισμός: τεχνολογία, εκπαίδευση, πολιτική γης και σύγχρονες δομές. Υπάρχουν λύσεις και υπάρχουν συγκεκριμένες προτάσεις. Δεν μπορούμε να αποδεχθούμε ότι η Ολλανδία μια χώρα μες τη βροχή και στο βάλτο να παράγει 10 φορές πάνω από την Ελλάδα ανά στρέμμα και το Ισραήλ μια χώρα στην έρημο να παράγει έξι φορές πάνω από την Ελλάδα. Τα προβλήματα είναι δικά μας όπως και οι λύσεις.
- Η Μεσσηνία φθίνει δημογραφικά, με την ενδοχώρα της να βρίσκεται κυριολεκτικά σε φάση εγκατάλειψης, καθώς ελάχιστοι ηλικιωμένοι κρατούν κατοικήσιμους τους περισσότερους οικισμούς. Μιλάμε για αποτυχία αναπτυξιακής πολιτικής ή για συνειδητή εγκατάλειψη της περιφέρειας; Υπάρχει δυνατότητα αναστροφής αυτής της κατάστασης και με ποιον τρόπο;
Η Περιφερειακή Ενότητα Μεσσηνίας αποτυπώνει σε μεγάλο βαθμό τα προβλήματα σχεδόν όλων των περιφερειών: Υπερσυγκέντρωση στο μεγάλο αστικό κέντρο και ταυτόχρονη ερήμωση της ενδοχώρας και των περισσότερων χωριών.
Η ανατροπή αυτής της κατάστασης προϋποθέτει, πρώτα απ’ όλα, ειδικό περιφερειακό σχέδιο για κάθε περιοχή. Δεν μπορεί να υπάρξει ένα ενιαίο σχέδιο για όλη τη χώρα. Η Μεσσηνία είναι ένας τόπος που μπορεί να συνδυάσει τον πρωτογενή τομέα με τον τουρισμό, τα εξαιρετικά αγροτικά προϊόντα με τον πολιτισμό και τα σημαντικά αρχαιολογικά μνημεία, ενώ διαθέτει λιμάνια και γεωγραφική θέση που της επιτρέπουν να λειτουργήσει ως κόμβος ανάπτυξης. Στην πράξη, όμως, λείπει ο ολοκληρωμένος σχεδιασμός, οι σωστές ιεραρχήσεις σύμφωνα με τους υπάρχοντες πόρους και τα εργαλεία: νερό, λιμάνια, σιδηρόδρομος, συνδυασμένες μεταφορές, στήριξη της αγροτικής παραγωγής με όρους οργάνωσης, εμπορίας και εξαγωγών, αλλά και αντιμετώπιση του εργατικού δυναμικού. Χωρίς αυτά, το δυναμικό της περιφέρειας ακυρώνεται. Φυσικά το πλέον κυρίαρχο θέμα είναι η αποκέντρωση είναι μία χώρα της οποίας οι αποφάσεις δεν συγκεντρώνονται σε λίγα κτίρια στην Αθήνα οι δήμοι είναι ισχυροί έχουν αρμοδιότητες και πόρους .Αυτό είναι σήμερα ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα με κίνδυνο 100 περίπου δήμοι να κινδυνεύουν χρεοκοπία.
- Η Ελλάδα έχει χαμηλή παραγωγικότητα, σοβαρό δημογραφικό πρόβλημα και παραμένει ουραγός σε κρίσιμους δείκτες στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Με αυτά τα δεδομένα, υπάρχει ρεαλιστικό σχέδιο σύγκλισης ή απλώς διαχειριζόμαστε τη στασιμότητα;
Η Ελλάδα παραμένει τελευταία στην παραγωγικότητα στην Ευρώπη, δεκαπέντε χρόνια μετά τη μεγάλη κρίση. Την ίδια στιγμή, η Ιρλανδία – επίσης μνημονιακή χώρα – είναι πρώτη, ενώ η Πορτογαλία βρίσκεται στον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Αυτό δείχνει ότι το πρόβλημα δεν ήταν μόνο η κρίση, αλλά και οι επιλογές μετά την κρίση.
Δεν έγινε σωστή και στρατηγική χρήση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης για να στηριχθεί η μικρή και μεσαία επιχείρηση: ψηφιακές δυνατότητες, εξοπλισμός, εκπαίδευση, συνεργασίες και clusters. Η παραγωγικότητα αυξάνεται μόνο όταν αλλάζει το μοντέλο της επιχείρησης και της διοίκησης. Αυτό δεν έγινε ούτε στοιχειωδώς. Το τραπεζικό σύστημα αποκλείει το μεγαλύτερο μέρος των επιχειρήσεων από τη χρηματοδότηση, ενώ το ενεργειακό κόστος συνθλίβει την ανταγωνιστικότητα. Όταν δεν οργανώνεται η παραγωγή, η παραγωγικότητα μένει χαμηλή, οι μισθοί χαμηλοί και η ακρίβεια αδυσώπητη.
- Το 70% των πολιτών, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, δηλώνει ότι δεν είναι ικανοποιημένο από την ασκούμενη κυβερνητική πολιτική. Ταυτόχρονα, κανένα κόμμα δεν φαίνεται να μπορεί να εκφράσει πλειοψηφικά την ανάγκη για πολιτική αλλαγή. Παρατηρείται, μάλιστα, από το 2015 και μετά, μια επαναλαμβανόμενη πόλωση τύπου «60-40», που σήμερα παίρνει τα χαρακτηριστικά του διαχωρισμού «σύστημα – αντισύστημα». Νέα κόμματα ετοιμάζονται, ενώ πρόσωπα που πρωταγωνίστησαν στην υπόθεση των Τεμπών επιδιώκουν να εκφράσουν το «αντισύστημα». Πιστεύετε ότι ενδέχεται να βρεθούμε μπροστά σε μια νέα περίοδο πολιτικής αστάθειας;
Βρισκόμαστε σε μια περίοδο μεγάλης ρευστότητας του πολιτικού συστήματος, ίσως τη μεγαλύτερη από τη Μεταπολίτευση. Η διάκριση «συστημικό–αντισυστημικό» κόμμα πώς ορίζεται? Όποιος μπαίνει στη Βουλή και αποδέχεται τα προνόμια του συστήματος, αμοιβές αυτοκίνητα συνεργάτες ….ποιος είναι ο αντισυστημισμός να μην σέβεται τους κανόνες και να βρίζει…..πολύ εύκολο αλλά καθόλου παραγωγικό για την επίλυση πραγματικών προβλημάτων.
Σε μια κοινωνία γεμάτη οργή λόγω της καθημερινής δυσκολίας, το κρίσιμο ζητούμενο είναι η πολιτική αξιοπιστία: να πείθεις ότι και ξέρεις και μπορείς και ότι είσαι έτοιμος να αναλάβεις προσωπικό και πολιτικό κόστος για να πάει η χώρα μπροστά.
- Οι πιθανότητες να προκύψει ανάγκη για κυβέρνηση συνεργασίας είναι αυξημένες. Μπορείτε να απαντήσετε καθαρά αν το ΠΑΣΟΚ θα συμμετείχε σε κυβέρνηση με τη Ν Δ ή με κόμματα, υπαρκτά ή νέα, από τον χώρο της Αριστεράς, και υπό ποιες προϋποθέσεις;
Κανείς δεν μπορεί να προβλέψει το πολιτικό τοπίο των επόμενων εκλογών. Σε αυτές τις συνθήκες, ο στόχος του ΠΑΣΟΚ είναι ξεκάθαρος: συνεχής διεύρυνση προς πολίτες από κάθε κατεύθυνση. Ο στόχος που έχει θέσει ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, Νίκος Ανδρουλάκης, είναι απολύτως σαφής: το ΠΑΣΟΚ να είναι πρώτο κόμμα στις επόμενες εκλογές, έστω και με μία ψήφο. Αυτός είναι ο μόνος στόχος.
- Η στρατηγική της αυτονομίας του ΠΑΣΟΚ πόσο μακριά μπορεί να φτάσει; Αν μετά τις εκλογές επιλεγεί να λειτουργήσει ως το «ΚΚΕ του Κέντρου», ποια θα είναι η δική σας στάση;
Η στρατηγική της αυτονομίας ήταν διαχρονικά η στρατηγική επιτυχίας του ΠΑΣΟΚ. Έτσι πέτυχε τη διεύρυνσή του, ενσωματώνοντας στελέχη και πολίτες από την Αριστερά και το Κέντρο και την κεντροδεξιά. Το ΠΑΣΟΚ δεν είναι «το κέντρο». Είναι το κόμμα της σοσιαλδημοκρατίας – του πιο επιτυχημένου πολιτικού συστήματος στην ανθρώπινη ιστορία, γιατί συνδύασε ανάπτυξη με κοινωνική δικαιοσύνη και δημοκρατική σταθερότητα.
- Το ΠΑΣΟΚ βρίσκεται σε προσυνεδριακή διαδικασία, αλλά η κοινωνία δεν φαίνεται να λαμβάνει ένα καθαρό μήνυμα. Τι ακριβώς πρέπει να αλλάξει στο συνέδριο ώστε να πείσει ότι το κόμμα διεκδικεί με αξιώσεις την εξουσία;
Συμμετοχή χωρίς αποκλεισμούς. Ενότητα με πολιτικό περιεχόμενο. Δουλειά με τους πολίτες και την κοινωνία.
