Πρόκειται για έξι μέλη της οικογένειας του Αριστείδη Αναγνωστόπουλου, που στις 24 Ιουλίου 1944 έχασαν τη ζωή τους από τους Γερμανούς. Το μνημείο στήθηκε από απογόνους της οικογένειας στο σημείο που έχασαν τη ζωή τους οι πρόγονοί τους, όταν οι κατοχικές δυνάμεις σε μια επιχείρηση στην περιοχή τούς έκαψαν μέσα στο σπίτι που βρίσκονταν.
«Ήταν κάτι που οφείλαμε στους νεκρούς προγόνους μας, που μπορεί να άργησε 79 χρόνια αλλά εκπληρώσαμε στο ελάχιστο το χρέος μας» σημείωσαν απόγονοι της οικογένειας, οι οποίοι τόνισαν και το έλλειμμα της πολιτείας να τιμήσει αυτούς τους ανθρώπους που έχασαν τη ζωή τους από τα ναζιστικά στρατεύματα.
Στο χώρο του μνημείου υπάρχει μια στήλη με τα ονόματα των νεκρών, όλοι από την ίδια οικογένεια: η Γεωργία 60 ετών, ο Ηλίας 32 ετών, η Ευγενία 30 ετών μαζί με το αγέννητο παιδί της καθώς ήταν έγκυος, ένα αβάπτιστο παιδί μόλις 2 ετών, η Βασιλική 27 ετών και η Αμαλία 25 ετών.
Στο σημείο τελέστηκε επιμνημόσυνη δέηση στη μνήμη τους και έγιναν τα αποκαλυπτήρια του μνημείου.
Για το όσα έγιναν την ημέρα εκείνη μας μίλησε κάτοικος της περιοχής, που ως μικρό παιδί τότε τα έζησε και έμειναν βαθιά αποτυπωμένα στη μνήμη του. Χωρίς να θέλει να αναφέρουμε το όνομά του μας είπε: «Την παραμονή της ημέρας αυτής, δύο Γερμανοί ερχόντουσαν όπως και άλλες ημέρες με το ποδήλατό τους και μόλις έφτασαν στο σημείο αυτό ήταν δύο κάτοικοι με τις αραβίδες στα χέρια. Έφυγαν οι Γερμανοί και μόλις πήγαν 1,5 χιλιόμετρο από εδώ στα Πολιτέικα, εκείνη τη στιγμή ο Θανάσης Πολίτης, ένα ξανθό 18χρονο παιδί με τα πρόβατά του πήγαινε να τα περάσει στην αντίθετη πλευρά και βρισκόταν ακριβώς στη γράνα του δρόμου. Πήγε να βγάλει την άδεια, γιατί στους τσοπάνηδες έδιναν άδεια για να βόσκουν τα πρόβατά τους και μετά το βασίλεμα οι Γερμανοί φοβήθηκαν και με τρεις πιστολιές -αυτές τις θυμάμαι στο μυαλό μου γιατί τις άκουσα- σκότωσαν το Θανάση.
Την επόμενη ημέρα όλη η περιοχή (στα Πολιτέικα) είχε αναστατωθεί και εγώ με τη μάνα μου πηγαίναμε στο νεκρό Θανάση. Δεν προφτάσαμε όμως να βρεθούμε εκεί πέρα -μόλις είχε φωτίσει- και στο δρόμο ακούμε τα αυτοκίνητα των Γερμανών που ερχόντουσαν προς τα εδώ, μια μεγάλη ομάδα Γερμανών. Τότε έτρεξα εγώ από τα Πολιτέικα να ειδοποιήσω τον πατέρα μου που ήταν προς τα εδώ. Πριν να φτάσω στον πατέρα μου αρχίζει πια το τουφεκίδι. Όταν λέω τουφεκίδι, δεν λέω 1 και 2 σφαίρες, αλλά να δουλεύουν τα πολυβόλα και οι σφαίρες να περνάνε και να φτάνουν μέχρι τη θάλασσα. Μόλις ακούσαμε αυτά, χωρίς να δούμε τίποτα άλλο, ταυτόχρονα είδαμε φωτιά και καπνό εδώ. Κατά τις μετέπειτα πληροφορίες, είχαν φτάσει οι Γερμανοί εδώ και μέσα στο σπίτι έριξαν κάποια σκόνη και έβαλαν φωτιά που συνεχίστηκε όλη την ημέρα μέχρι αργά το απόγευμα να χαλά ο κόσμος κυρίως νότια από εδώ με τους πυροβολισμούς. Ταυτόχρονα μάθαμε ότι είχαν πάει λίγο πιο κάτω στου «Ματζαβάκου» και σκότωσαν εκεί και μια νεαρά χαριτωμένη κοπέλα 17-18 χρονών, την Ελένη.
Η μέρα εκείνη ήταν τρομερή, εγώ με ένα γείτονά μου που ήταν λίγο μεγαλύτερος από εμένα περάσαμε κάτω από το γεφύρι σε ένα ξεροπόταμο που είναι πιο κάτω από εδώ και φτάσαμε μέχρι πάνω από το Στασιό με φόβο καθώς περνούσαν οι σφαίρες παντού από τα πολυβόλα. Από εκεί και πέρα μάθαμε για τα γεγονότα εδώ, που είχε έξι θύματα μέσα στο σπίτι, ήταν 2 αδερφές, ο Λιας, η γυναίκα του Λια, ένα κοριτσάκι και η γιαγιά. Το προηγούμενο βράδυ είχε σκοτωθεί ο Θανάσης και η Ελένη την ίδια ημέρα».
Κ.Μπ.